Σάββατο 9 Νοεμβρίου 2013

Ο Απόστολος και το Ευαγγέλιο της Κυριακής 10 Νοεμβρίου 2013 (Η´ Λουκά)


Το Αποστολικό Ανάγνωσμα
(Γαλ. α´ 11-19)

Ἀδελφοί, γνωρίζω ὑμῖν τὸ εὐαγγέλιον τὸ εὐαγγελισθὲν ὑπ᾿ ἐμοῦ ὅτι οὐκ ἔστι κατὰ ἄνθρωπον· οὐδὲ γὰρ ἐγὼ παρὰ ἀνθρώπου παρέλαβον αὐτὸ οὔτε ἐδιδάχθην, ἀλλὰ δι᾿ ἀποκαλύψεως ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ. ᾿Ηκούσατε γὰρ τὴν ἐμὴν ἀναστροφήν ποτε ἐν τῷ ᾿Ιουδαϊσμῷ, ὅτι καθ᾿ ὑπερβολὴν ἐδίωκον τὴν ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ καὶ ἐπόρθουν αὐτήν, καὶ προέκοπτον ἐν τῷ ᾿Ιουδαϊσμῷ ὑπὲρ πολλοὺς συνηλικιώτας ἐν τῷ γένει μου, περισσοτέρως ζηλωτὴς ὑπάρχων τῶν πατρικῶν μου παραδόσεων. ῞Οτε δὲ εὐδόκησεν ὁ Θεὸς ὁ ἀφορίσας με ἐκ κοιλίας μητρός μου καὶ καλέσας διὰ τῆς χάριτος αὐτοῦ ἀποκαλύψαι τὸν υἱὸν αὐτοῦ ἐν ἐμοί, ἵνα εὐαγγελίζωμαι αὐτὸν ἐν τοῖς ἔθνεσιν, εὐθέως οὐ προσανεθέμην σαρκὶ καὶ αἵματι, οὐδὲ ἀνῆλθον εἰς ῾Ιεροσόλυμα πρὸς τοὺς πρὸ ἐμοῦ ἀποστόλους, ἀλλὰ ἀπῆλθον εἰς ᾿Αραβίαν, καὶ πάλιν ὑπέστρεψα εἰς Δαμασκόν. ῎Επειτα μετὰ ἔτη τρία ἀνῆλθον εἰς ῾Ιεροσόλυμα ἱστορῆσαι Πέτρον, καὶ ἐπέμεινα πρὸς αὐτὸν ἡμέρας δεκαπέντε· ῞Ετερον δὲ τῶν ἀποστόλων οὐκ εἶδον εἰ μὴ ᾿Ιάκωβον τὸν ἀδελφὸν τοῦ Κυρίου.

Απόδοση:
Ἀδελφοί, πρέπει νὰ ξέρετε πὼς τὸ εὐαγγέλιο ποὺ σᾶς κήρυξα ἐγὼ δὲν προέρχεται ἀπὸ ἄνθρωπο. Γιατὶ κι ἐγὼ οὔτε τὸ παρέλαβα οὔτε τὸ διδάχτηκα ἀπὸ ἄνθρωπο, ἀλλὰ μοῦ τὸ ἀποκάλυψε ὁ ᾿Ιησοῦς Χριστός. ᾿Ασφαλῶς ἔχετε ἀκούσει γιὰ τὴ διαγωγή μου ὅσον καιρὸ ἀνήκα στὴν ἰουδαϊκὴ θρησκεία, ὅτι καταδίωκα μὲ πάθος τὴν ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ καὶ προσπαθοῦσα νὰ τὴν ἐξαφανίσω. Καὶ πρόκοβα στὸν ἰουδαϊσμὸ πιὸ πολὺ ἀπὸ πολλοὺς συνομήλικους συμπατριῶτες μου, γιατὶ εἶχα μεγαλύτερο ζῆλο γιὰ τὶς προγονικές μου παραδόσεις. ῾Ο Θεὸς ὅμως μὲ εἶχε ξεχωρίσει ἀπὸ τὴν κοιλιὰ τῆς μάνας μου καὶ ἡ χάρη του μὲ εἶχε καλέσει νὰ τὸν ὑπηρετήσω. ῞Οταν, λοιπόν, εὐδόκησε νὰ μοῦ ἀποκαλύψει τὸν Υἱό του γιὰ νὰ φέρω στοὺς ἐθνικοὺς τὸ χαρμόσυνο μήνυμα γι’ αὐτόν, δὲν στηρίχθηκα σ’ ἀνθρώπινες δυνάμεις· οὔτε ἀνέβηκα στὰ ῾Ιεροσόλυμα νὰ δῶ ἐκείνους ποὺ ἦταν ἀπόστολοι πρὶν ἀπὸ μένα, ἀλλὰ ἔφυγα στὴν ᾿Αραβία, καὶ ὕστερα ξαναγύρισα στὴ Δαμασκό. ῎Επειτα, μετὰ ἀπὸ τρία χρόνια, ἀνέβηκα στὰ ῾Ιεροσόλυμα νὰ γνωρίσω ἀπὸ κοντὰ τὸν Πέτρο, κι ἔμεινα κοντά του δεκαπέντε μέρες. ῎Αλλον ἀπόστολο δὲν εἶδα, παρὰ τὸν ᾿Ιάκωβο, τὸν ἀδελφὸ τοῦ Κυρίου.

Το Ευαγγελικό Ανάγνωσμα
(Λουκ. ι´ 25-37)

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, νομικός τις προσῆλθε τῷ ᾿Ιησοῦ ἐκπειράζων αὐτὸν καὶ λέγων· Διδάσκαλε, τί ποιήσας ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσω; ῾Ο δὲ εἶπε πρὸς αὐτόν· ᾿Εν τῷ νόμῳ τί γέγραπται; πῶς ἀναγινώσκεις; ῾Ο δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· «᾿Αγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου», καὶ «τὸν πλησίον σου ὡς ἑαυτόν». Εἶπε δὲ αὐτῷ· ᾿Ορθῶς ἀπεκρίθης· τοῦτο ποίει καὶ ζήσῃ. ῾Ο δὲ θέλων δικαιοῦν ἑαυτὸν εἶπε πρὸς τὸν ᾿Ιησοῦν· Καὶ τίς ἐστί μου πλησίον; ῾Υπολαβὼν δὲ ὁ ᾿Ιησοῦς εἶπεν· ῎Ανθρωπός τις κατέβαινεν ἀπὸ ῾Ιερουσαλὴμ εἰς ῾Ιεριχώ, καὶ λῃσταῖς περιέπεσεν· οἳ καὶ ἐκδύσαντες αὐτὸν καὶ πληγὰς ἐπιθέντες ἀπῆλθον ἀφέντες ἡμιθανῆ τυγχάνοντα. Κατὰ συγκυρίαν δὲ ἱερεύς τις κατέβαινεν ἐν τῇ ὁδῷ ἐκείνῃ, καὶ ἰδὼν αὐτὸν ἀντιπα-ρῆλθεν. ῾Ομοίως δὲ καὶ Λευΐτης γενόμενος κατὰ τὸν τόπον, ἐλθὼν καὶ ἰδὼν ἀντιπαρῆλθε. Σαμαρείτης δέ τις ὁδεύων ἦλθε κατ᾿ αὐτόν, καὶ ἰδὼν αὐτὸν ἐσπλαγχνίσθη, καὶ προσελθὼν κατέδησε τὰ τραύματα αὐτοῦ ἐπιχέων ἔλαιον καὶ οἶνον, ἐπιβιβάσας δὲ αὐτὸν ἐπὶ τὸ ἴδιον κτῆνος ἤγαγεν αὐτὸν εἰς πανδοχεῖον καὶ ἐπεμελήθη αὐτοῦ· καὶ ἐπὶ τὴν αὔριον ἐξελθών, ἐκβαλὼν δύο δηνάρια ἔδωκε τῷ πανδοχεῖ καὶ εἶπεν αὐτῷ· ᾿Επιμελήθητι αὐτοῦ, καὶ ὅ τι ἂν προσδαπανήσῃς, ἐγὼ ἐν τῷ ἐπανέρχεσθαί με ἀποδώσω σοι. Τίς οὖν τούτων τῶν τριῶν πλησίον δοκεῖ σοι γεγονέναι τοῦ ἐμπεσόντος εἰς τοὺς λῃστάς; ῾Ο δὲ εἶπεν· ῾Ο ποιήσας τὸ ἔλεος μετ᾿ αὐτοῦ. Εἶπεν οὖν αὐτῷ ὁ ᾿Ιησοῦς· Πορεύου καὶ σὺ ποίει ὁμοίως.

Απόδοση:
Ἐκεῖνο τὸν καιρό, κάποιος νομοδιδάσκαλος πλησίασε τὸν ᾿Ιησοῦ, καὶ γιὰ νὰ τὸν φέρει σὲ δύσκολη θέση τοῦ εἶπε· «Διδάσκαλε, τί πρέπει νὰ κάνω γιὰ νὰ κερδίσω τὴν αἰώνια ζωή;» ῾Ο ᾿Ιησοῦς τὸν ρώτησε· «῾Ο νόμος τί γράφει;» ᾿Εκεῖνος ἀπάντησε· Ν’ ἀγαπᾶς τὸν Κύριο τὸν Θεό σου μ’ ὅλη τὴν καρδιά σου καὶ μ’ ὅλη τὴν ψυχή σου, μ’ ὅλη τὴ δύναμή σου καὶ μ’ ὅλο τὸν νοῦ σου· καὶ τὸν πλησίον σου ὅπως τὸν ἑαυτό σου.«Πολὺ σωστὰ ἀπάντησες», τοῦ εἶπε ὁ ᾿Ιησοῦς· «αὐτὸ κάνε καὶ θὰ ζήσεις». ᾿Εκεῖνος ὅμως, θέλοντας νὰ δικαιολογήσει τὸν ἑαυτό του, εἶπε στὸν ᾿Ιησοῦ· «Καὶ ποιὸς εἶναι ὁ πλησίον μου;» Πῆρε τότε ἀφορμὴ ὁ ᾿Ιησοῦς καὶ εἶπε· «Κάποιος ἄνθρωπος, κατεβαίνοντας ἀπὸ τὰ ῾Ιεροσόλυμα γιὰ τὴν ῾Ιεριχώ, ἔπεσε πάνω σὲ ληστές. Αὐτοὶ τὸν ξεγύμνωσαν, τὸν τραυμάτισαν καὶ ἔφυγαν παρατώντας τον μισοπεθαμένο. ᾿Απὸ κεῖνο τὸν δρόμο ἔτυχε νὰ κατεβαίνει καὶ κάποιος ἱερέας, ὁ ὁποῖος τὸν εἶδε, ἀλλὰ τὸν προσπέρασε χωρὶς νὰ τοῦ δώσει σημασία. Τὸ ἴδιο καὶ κάποιος λευΐτης, ποὺ περνοῦσε ἀπὸ κεῖνο τὸ μέρος· παρ’ ὅλο ποὺ τὸν εἶδε κι αὐτός, τὸν προσπέρασε χωρὶς νὰ τοῦ δώσει σημασία. Κάποιος ὅμως Σαμαρείτης ποὺ ταξίδευε, ἦρθε πρὸς τὸ μέρος του, τὸν εἶδε καὶ τὸν σπλαχνίστηκε. Πῆγε κοντά του, ἄλειψε τὶς πληγές του μὲ λάδι καὶ κρασὶ καὶ τὶς ἔδεσε καλά. Μάλιστα τὸν ἀνέβασε στὸ δικό του τὸ ζῶο, τὸν ὁδήγησε στὸ πανδοχεῖο καὶ φρόντισε γι’ αὐτόν. Τὴν ἄλλη μέρα φεύγοντας ἔβγαλε κι ἔδωσε στὸν πανδοχέα δύο δηνάρια καὶ τοῦ εἶπε· “φρόντισέ τον, κι ὅ,τι παραπάνω ξοδέψεις, ἐγὼ ὅταν ξαναπεράσω θὰ σὲ πληρώσω”. Ποιὸς λοιπὸν ἀπ’ αὐτοὺς τοὺς τρεῖς κατὰ τὴ γνώμη σου ἀποδείχτηκε “πλησίον” ἐκείνου ποὺ ἔπεσε στοὺς ληστές;» ῾Ο νομοδιδάσκαλος ἀπάντησε· «᾿Εκεῖνος ποὺ τὸν σπλαχνίστηκε». Τότε ὁ ᾿Ιησοῦς τοῦ εἶπε· «Πήγαινε, καὶ νὰ κάνεις κι ἐσὺ τὸ ἴδιο».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...