Το Αποστολικό
Ανάγνωσμα
Αποστ. Ανάγνωσμα: Κολ. Γ΄, 4 – 11
Πρωτότυπο Κείμενο
Όταν ο Χριστός φανερωθή, η ζωή ημών,τότε ημείς συν αυτώ φανερωθήσεσθε εν δόξη. Νεκρώσατε ουν τα μέλη υμών τα επι της γής, πορνείαν, ακαθαρσίαν, πάθος, επιθυμίαν κακήν, και την πλεονεξίαν , ητίς εστίν ειδωλολατρία, δι α έρχεται η οργή του Θεού επι τους υιούς της απειθείας, εν οις και υμείς περιεπατήσατε ποτε, ότε εζήτε εν αυτοίς˙ νυνί δε απόθεσθε και υμείς τα πάντα, οργήν, θυμόν, κακίαν, βλασφημίαν, αισχρολογίαν εκ του στόματος υμών˙μη ψεύδεσθε εις αλλήλους, απεκδυσάμενοι τον παλαιόν άνθρωπον συν ταις πράξεσιν αυτού και ενδυσάμενοι τον νέον τον ανακαινούμενον εις επίγνωσιν κατ΄ εικόνα του κτίσαντος αυτόν , όπου ουκ ένι Έλλην και Ιουδαίος,περιτομή και ακροβυστία, βάρβαρος, Σκύθης, δούλος,ελεύθερος, αλλά τα πάντα και εν πάσι Χριστός.
Απόδοση στη Νεοελληνική
Όταν ο Χριστός, που είναι η αληθινή ζωή μας, φανερωθεί , τότε κι εσείς, στην παρουσία του, θα φανερωθείτε μαζί του δοξασμένοι. Απονεκρώστε, λοιπόν , ότι σας συνδέει με το αμαρτωλό παρελθόν: Την πορνεία, την ηθική ακαθαρσία, το πάθος, την κακή επιθυμία και την πλεονεξία, που είναι ειδωλολατρία. Για όλα αυτά θα πέσει οργή του Θεού πάνω σ΄
εκείνους που δεν θέλουν να πιστέψουν. Σ΄ αυτούς ανήκατε άλλοτε κι εσείς , όταν αυτά τα πάθη δυνάστευαν τη ζωή σας. Τώρα όμως πετάξτε τα όλα αυτά από πάνω σας :την οργή , το θυμό, την πονηρία, την κακολογία και την αισχρολογία. Μη λέτε ψέματα ο ένας στον άλλον, αφού βγάλατε από πάνω σας τον παλαιό αμαρτωλό εαυτό σας με τις συνήθειες του, και ντυθήκατε τον καινούριο άνθρωπο , που ανανεώνεται συνεχώς σύμφωνα με την εικόνα του δημιουργού του, ώστε με τη νέα ζωή του να φτάσει στην τέλεια γνώση του Θεού. Σ΄ αυτή τη νέα κατάσταση δεν υπάρχουν πια εθνικοί και Ιουδαίοι, περιτμημένοι κι απερίτμητοι, βάρβαροι, Σκύθες, δούλοι, ελεύθεροι˙του Χριστού είναι όλα και ο Χριστός είναι σε όλα.
Το Ευαγγελικό
Ανάγνωσμα
Κατά Λουκάν (ιζ΄ 12-19)
Τῷ καιρῷ εκείνω, εἰσερχομένου τοῦ Ἰησοῦ εἴς τινα κώμην ἀπήντησαν αὐτῷ δέκα
λεπροὶ ἄνδρες, οἳ ἔστησαν πόρρωθεν, καὶ αὐτοὶ ἦραν φωνὴν λέγοντες· Ἰησοῦ
ἐπιστάτα, ἐλέησον ἡμᾶς.
Καὶ ἰδὼν εἶπεν αὐτοῖς· πορευθέντες ἐπιδείξατε ἑαυτοὺς τοῖς ἱερεῦσι. καὶ
ἐγένετο ἐν τῷ ὑπάγειν αὐτοὺς ἐκαθαρίσθησαν. Εἷς δὲ ἐξ αὐτῶν, ἰδὼν ὅτι ἰάθη,
ὑπέστρεψε μετὰ φωνῆς μεγάλης δοξάζων τὸν Θεόν, καὶ ἔπεσεν ἐπὶ πρόσωπον παρὰ τοὺς
πόδας αὐτοῦ εὐχαριστῶν αὐτῷ· καὶ αὐτὸς ἦν Σαμαρείτης.
Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν· οὐχὶ οἱ δέκα ἐκαθαρίσθησαν; Οἱ δὲ ἐννέα ποῦ;
Οὐχ εὑρέθησαν ὑποστρέψαντες δοῦναι δόξαν τῷ Θεῷ εἰ μὴ ὁ ἀλλογενὴς οὗτος; Καὶ
εἶπεν αὐτῷ· ἀναστὰς πορεύου· ἡ πίστις σου σέσωκέ σε.
Ἀπόδοση:
Τον καιρό εκείνο, καθὼς ἔμπαινε ὁ Ἰησοῦς σ’ ἕνα χωριό, τὸν συνήντησαν δέκα
ἄνδρες λεπροί, οἱ ὁποῖοι ἐστάθηκαν λίγο μακρυά, καὶ τοῦ φώναξαν, «Ἰησοῦ
Διδάσκαλε, ἐλέησέ μας».
Ὅταν τοὺς εἶδε, τοὺς εἶπε, «Πηγαίνετε νὰ δείξετε τὸν ἑαυτόν σας εἰς τοὺς
ἱερεῖς», καὶ ἐνῷ ἐπήγαιναν, ἐκαθαρίσθησαν. Ἕνας ἀπ’ αὐτούς,ὅταν εἶδε ὄτι
ἐθεραπεύθηκε, ἐπέστρεψε δοξάζων τὸν Θεὸν μὲ δυνατὴν φωνὴν καὶ ἔπεσε μὲ τὸ
πρόσωπον εἰς τὰ πόδια τοῦ Ἰησοῦ καὶ τὸν εὐχαριστοῦσε· καὶ αὐτὸς ἦτο
Σαμαρείτης.
Τότε εἶπε ὁ Ἰησοῦς, «Δὲν ἐκαθαρίσθησαν καὶ οἱ δέκα; Οἱ ἄλλοι ἐννέα ποῦ
εἶναι; Κανεὶς δὲν εὑρέθηκε νὰ ἐπιστρέψῃ διὰ νὰ δοξάσῃ τὸν Θεὸν παρὰ αὐτὸς ὁ
ἀλλοεθνής;». Καὶ εἶπε εἰς αὐτόν, «Σήκω ἐπάνω καὶ πήγαινε· ἡ πίστις σου σὲ
ἔσωσε».