Η ωφέλεια της εξομολογήσεως με προτρέπει να το αναφέρω αυτό στην αγάπη σας. Διότι, αν δεν γίνεται η εξομολόγηση όπως πρέπει, καμιά ωφέλεια δεν προσφέρει. Τον καρπό λοιπόν της σωτηρίας των αμαρτωλών τον παρομοιάζω με τα άνθη και τους καρπούς, επειδή όλη η σωτηρία στηρίζεται σ’ αυτά τα δύο, δηλ. στην εξομολόγηση και στην θεία κοινωνία. Και την μεν εξομολόγηση την παρομοιάζω με τα άνθη, γιατί αυτά είναι εκείνα που πρώτα στολίζουν το δένδρο. Έτσι και η εξομολόγηση προσφέρει όλον τον πνευματικό στολισμό στο λογικό δένδρο, τον άνθρωπο.Αλλ’ είδα τα άνθη ότι είναι πολυποίκιλα· γνώρισα και τις απόψεις των ανθρώπων, πως είναι πολλές και διαφορετικές. Είδα και πολλά άνθη να πέφτουν από πολλές αιτίες. Έτσι γνωρίζω και πολλούς που πηγαίνουν να εξομολογηθούν και μένουν άκαρποι, πέφτουν και ξεραίνονται. Βλέπω την διαφορά των εξομολογούμενων αυτών στην παραβολή του σπόρου, στην οποία ο ίδιος σπόρος, πέφτει από το χέρι του σπορέα πάνω στις πέτρες, μέσα στα αγκάθια, πάνω στο δρόμο και στην καλή γη. Κάτι τέτοιο γίνεται και μ’ αυτούς που εξομολογούνται.
Είναι κάποιοι σπουδαίοι άνθρωποι, οι οποίοι κάνουν ένα σφάλμα θανάσιμο, αλλά – και κατά τον κόσμο – πράγμα ¬που δεν αρμόζει στη ζωή τους.Έχουν και όνομα, ότι είναι καλοί και ευλαβείς, και στον πνευματικό. Τώρα σκέφτονται και λένε: «Πώς να πάμε να πούμε αυτό το σφάλμα, που ο πνευματικός μάς θεωρεί φρόνιμους και ενάρετους; Όχι, αυτό να μην το πούμε, αλλά άλλα, τα οποία δεν μειώνουν την εκτίμηση του ανθρώπου». Τώρα αυτοί θεωρούν ότι ωφελήθηκαν! Ας το βγάλουν από το μυαλό τους!
Είναι άλλοι που δεν έχουν καθόλου ευλάβεια στην εξομολόγηση και στους πνευματικούς, και μόνο λένε: «Εμείς είμαστε χριστιανοί· τώρα είναι η γιορτή των Χριστουγέννων ή της Αναστάσεως και τρέχουν όλοι οι χριστιανοί στην εξομολόγηση. Ας πάμε κι’ εμείς για να μη μας κατηγορήσει η Εκκλησία, οι ιερείς και αρχιερείς και οι αδελφοί οι κοσμικοί, να μας βλέπουν όλοι, μικροί και μεγάλοι, ότι τρέχουμε στην εξομολόγηση· απ’ εκεί και πέρα κάνουμε αυτό που θέλουμε. Αν θέλουμε, λέμε κάτι, και αν δεν θέλουμε, δεν λέμε. Μετά πάμε και κοινωνούμε χωρίς πρόβλημα!» Τώρα και αυτοί τί λένε; «Να, που ξεγελάσαμε καί την Εκκλησία και τον κόσμο!» Ας λυπούνται οι ταλαίπωροι τους εαυτούς τους και ας κλαίνε, γιατί ο Θεός δεν κοροϊδεύεται· κλωτσούν τα καρφιά οι ταλαίπωροι.
Είναι άλλοι, που πηγαίνουν στον πνευματικό, με σκοπό να κατηγορήσουν τον πλησίον τους και να φανούν αυτοί καλοί. Μιμούνται και αυτοί τον Φαρισαίο. Αλλά και πόσοι είναι εχθροί των πνευματικών πατέρων και λένε: «Ας πάμε να δοκιμάσουμε τον πνευματικό, αν αγαπά τα λεφτά». Και τον δοκιμάζουν οι πονηροί και ύστερα βγαίνουν και τον κατηγορούν στους ομοίους τους και λένε: «Εγώ πήγα στον τάδε πνευματικό, που είναι ασκητής και δεν τρώει λάδι, αλλά μου πήρε μου δέκα ασημένια νομίσματα και μου συγχώρησε την τάδε θανάσιμη αμαρτία». Και οι άλλοι οι παρόμοιοί του, ακούοντας αυτόν τον κακό άνθρωπο να λέει τέτοια λόγια, σκεφτείτε εκείνοι τί λένε: «Τέτοιες εξομολογήσεις κάνουν οι χριστιανοί!»
Αλλά υπάρχουν και άλλοι, που δεν θέλουν καθόλου την εξομολόγηση, και είναι και από τους κληρικούς μερικοί, οι οποίοι σκέφτονται λάθος και λένε: «Εμείς που έχουμε εξουσία να λύνουμε και να δένουμε τα αμαρτήματα των ανθρώπων, συγχωρούμε και τα δικά μας και δεν έχουμε ανάγκη να πηγαίνουμε σε άλλο πνευματικό!» Ω πόση είναι η πλάνη των ανόητων ανθρώπων! Πρώτον μεν λέω σ’ αυτούς, ή αρχιερείς είναι ή ιερείς, πως σ’ όλους ο διδάσκαλος όλων λέει γράφοντας προς Γαλάτας: «αδελφοί, εάν και προληφθή άνθρωπος εν τινι παραπτώματι, υμείς οι πνευματικοί καταρτίζετε τον τοιούτον εν πνεύματι πραότητος, σκοπών σεαυτόν μη και συ πειρασθής. Αλλήλων τα βάρη βαστάζετε, και ούτως αναπληρώσατε τον νόμον του Χριστού»(Αν κάποιος, αδελφοί, βρεθεί να κάνει κάποιο παράπτωμα, εσείς που έχετε το Πνεύμα του Θεού να τον διορθώνετε με πραότητα. Προσέχετε μόνο μην παρασυρθείτε κι εσείς από τον πειρασμό. Να σηκώνετε ο ένας το φορτίο του άλλου και έτσι θα εφαρμόσετε πλήρως το νόμο του Χριστού).