ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Προς Τιμόθεον Β΄ (β΄1-10)
Τέκνον Τιμόθεε, ἐνδυναμοῦ ἐν τῇ
χάριτι τῇ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, καὶ ἃ ἤκουσας παρ' ἐμοῦ διὰ πολλῶν μαρτύρων,
ταῦτα παράθου πιστοῖς ἀνθρώποις, οἵτινες ἱκανοὶ ἔσονται καὶ ἑτέρους
διδάξαι. Σὺ οὖν κακοπάθησον ὡς καλὸς στρατιώτης Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Οὐδεὶς στρατευόμενος ἐμπλέκεται ταῖς τοῦ βίου πραγματείαις, ἵνα τῷ στρατολογήσαντι ἀρέσῃ. Ἐὰν δὲ καὶ ἀθλῇ τις, οὐ στεφανοῦται, ἐὰν μὴ νομίμως ἀθλήσῃ. Τὸν κοπιῶντα γεωργὸν δεῖ πρῶτον τῶν καρπῶν μεταλαμβάνειν.
Οὐδεὶς στρατευόμενος ἐμπλέκεται ταῖς τοῦ βίου πραγματείαις, ἵνα τῷ στρατολογήσαντι ἀρέσῃ. Ἐὰν δὲ καὶ ἀθλῇ τις, οὐ στεφανοῦται, ἐὰν μὴ νομίμως ἀθλήσῃ. Τὸν κοπιῶντα γεωργὸν δεῖ πρῶτον τῶν καρπῶν μεταλαμβάνειν.
Νόει ἃ λέγω· δῴη γάρ σοι ὁ Κύριος σύνεσιν ἐν πᾶσι. Μνημόνευε Ἰησοῦν Χριστὸν ἐγηγερμένον ἐκ νεκρῶν, ἐκ σπέρματος Δαυΐδ, κατὰ τὸ εὐαγγέλιόν μου, ἐν ᾧ κακοπαθῶ μέχρι δεσμῶν ὡς κακοῦργος· ἀλλ' ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ οὐ δέδεται.
Διὰ τοῦτο πάντα ὑπομένω διὰ τοὺς ἐκλεκτούς, ἵνα καὶ αὐτοὶ σωτηρίας τύχωσι τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ μετὰ δόξης αἰωνίου.
Απόδοση στη νεοελληνική:
Τέκνον Τιμόθεε, νὰ δυναμώνεσαι μὲ τὴν
χάριν ποὺ ἔχομεν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, καὶ ἐκεῖνα ποὺ ἄκουσες ἀπὸ ἐμέ ἐνώπιον
πολλῶν μαρτύρων, αὐτὰ νὰ ἐμπιστευθῇς εἰς πιστοὺς ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι
θὰ εἶναι ἱκανοὶ νὰ διδάξουν καὶ ἄλλους. Σὺ λοιπόν, κακοπάθησε σὰν καλὸς
στρατιώτης τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Κανεὶς ποὺ ὑπηρετεῖ εἰς τὸν στρατὸν δὲν ἐμπλέκεται εἰς βιοτικὰς ὑποθέσεις, διὰ νὰ γίνῃ ἀρεστὸς εἰς ἐκεῖνον ποὺ τὸν ἐπεστράτευσεν. Καὶ ἐὰν κανεὶς μετέχῃ εἰς ἀγῶνας, δὲν στεφανώνεται, ἐὰν δὲν ἔχῃ ἀγωνισθῆ σύμφωνα πρὸς τοὺς κανόνας. Ὁ γεωργὸς ποὺ κοπιάζει, πρέπει πρῶτος νὰ παίρνῃ μέρος ἀπὸ τοὺς καρπούς.
Κατάλαβε αὐτὰ ποὺ λέγω. Εἴθε ὁ Κύριος νὰ σοῦ δίνῃ σύνεσιν εἰς ὅλα. Ἐνθυμοῦ τὸν Ἰησοῦν Χριστόν, ἀναστημένον ἀπὸ τοὺς νεκρούς, καταγόμενον ἀπὸ τὸν Δαυΐδ, σύμφωνα μὲ τὸ εὐαγγέλιον ποὺ κηρύττω, διὰ τὸ ὁποῖον κακοπαθῶ ἁλυσοδεμένος σὰν κακοῦργος, ἀλλ' ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ δὲν εἶναι δεμένος.
Διὰ τοῦτο τὰ ὑπομένω ὅλα πρὸς χάριν τῶν ἐκλεκτῶν τοῦ Θεοῦ, διὰ νὰ τύχουν καὶ αὐτοὶ τῆς σωτηρίας ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὸν Χριστὸν Ἰησοῦν μὲ δόξαν αἰώνιον.
Κανεὶς ποὺ ὑπηρετεῖ εἰς τὸν στρατὸν δὲν ἐμπλέκεται εἰς βιοτικὰς ὑποθέσεις, διὰ νὰ γίνῃ ἀρεστὸς εἰς ἐκεῖνον ποὺ τὸν ἐπεστράτευσεν. Καὶ ἐὰν κανεὶς μετέχῃ εἰς ἀγῶνας, δὲν στεφανώνεται, ἐὰν δὲν ἔχῃ ἀγωνισθῆ σύμφωνα πρὸς τοὺς κανόνας. Ὁ γεωργὸς ποὺ κοπιάζει, πρέπει πρῶτος νὰ παίρνῃ μέρος ἀπὸ τοὺς καρπούς.
Κατάλαβε αὐτὰ ποὺ λέγω. Εἴθε ὁ Κύριος νὰ σοῦ δίνῃ σύνεσιν εἰς ὅλα. Ἐνθυμοῦ τὸν Ἰησοῦν Χριστόν, ἀναστημένον ἀπὸ τοὺς νεκρούς, καταγόμενον ἀπὸ τὸν Δαυΐδ, σύμφωνα μὲ τὸ εὐαγγέλιον ποὺ κηρύττω, διὰ τὸ ὁποῖον κακοπαθῶ ἁλυσοδεμένος σὰν κακοῦργος, ἀλλ' ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ δὲν εἶναι δεμένος.
Διὰ τοῦτο τὰ ὑπομένω ὅλα πρὸς χάριν τῶν ἐκλεκτῶν τοῦ Θεοῦ, διὰ νὰ τύχουν καὶ αὐτοὶ τῆς σωτηρίας ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὸν Χριστὸν Ἰησοῦν μὲ δόξαν αἰώνιον.
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ Κατά Ματθαίον (ιε΄ 21 - 28)
Τῷ καιρῷ εκείνω, ἀνεχώρησεν ὁ Ἰησοῦς εἰς τὰ μέρη Τύρου καὶ Σιδῶνος. Καὶ ἰδοὺ γυνὴ Χαναναία ἀπὸ τῶν ὁρίων ἐκείνων ἐξελθοῦσα ἐκραύγαζεν αὐτῷ λέγουσα· ἐλέησόν με, Κύριε, υἱὲ Δαυίδ· ἡ θυγάτηρ μου κακῶς δαιμονίζεται. Ὁ δὲ οὐκ ἀπεκρίθη αὐτῇ λόγον. καὶ προσελθόντες οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἠρώτων αὐτὸν λέγοντες· ἀπόλυσον αὐτήν, ὅτι κράζει ὄπισθεν ἡμῶν. Ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· οὐκ ἀπεστάλην εἰ μὴ εἰς τὰ πρόβατα τὰ ἀπολωλότα οἴκου Ἰσραήλ.
Ἡ δὲ ἐλθοῦσα προσεκύνησεν αὐτῷ λέγουσα· Κύριε, βοήθει μοι. Ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· οὐκ ἔστι καλὸν λαβεῖν τὸν ἄρτον τῶν τέκνων καὶ βαλεῖν τοῖς κυναρίοις. Ἡ δὲ εἶπε· ναί, Κύριε· καὶ γὰρ τὰ κυνάρια ἐσθίει ἀπὸ τῶν ψυχίων τῶν πιπτόντων ἀπὸ τῆς τραπέζης τῶν κυρίων αὐτῶν.
Τότε ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῇ· ὦ γύναι, μεγάλη σου ἡ πίστις! γενηθήτω σοι ὡς θέλεις. Καὶ ἰάθη ἡ θυγάτηρ αὐτῆς ἀπὸ τῆς ὥρας ἐκείνης.
Ἀπόδοση στη νεοελληνική:
Τον καιρό εκείνο, ἀνεχώρησε ὁ Ἰησοῦς εἰς τὰ μέρη τῆς Τύρου καὶ τῆς Σιδῶνος. Καὶ μία γυναῖκα Χαναναία ἀπὸ τὴν περιοχὴν ἐκείνην ἐβγῆκε καὶ ἐφώναζε, «Ἐλέησέ με, Κύριε, υἱὲ τοῦ Δαυΐδ. Ἡ θυγατέρα μου βασανίζεται ἀπὸ δαιμόνιον». Αὐτὸς ὅμως δὲν ἀπεκρίθη οὔτε λέξιν. Καὶ ἦλθαν οἱ μαθηταί του καὶ τοῦ ἔλεγαν, «Διῶξε την, διότι φωνάζει ἀπὸ πίσω μας». Αὐτὸς ἀπεκρίθη, «Δὲν εἶμαι σταλμένος παρὰ εἰς τὰ πρόβατα τὰ χαμένα τῆς γενεᾶς τοῦ Ἰσραήλ».
Αὐτὴ δὲ ἀφοῦ τὸν ἐπλησίασε, τὸν προσκυνοῦσε καὶ ἔλεγε, «Κύριε, βοήθησέ με». Ἐκεῖνος τῆς ἀπεκρίθη, «Δὲν εἶναι σωστὸ νὰ πάρω τὸ ψωμὶ τῶν παιδιῶν καὶ νὰ τὸ ρίξω στὰ σκυλιά». Αὐτὴ δὲ εἶπε, «Ναί, Κύριε, ἀλλὰ καὶ τὰ σκυλιὰ τρώγουν ἀπὸ τὰ ψίχουλα, ποὺ πέφτουν ἀπὸ τὸ τραπέζι τῶν κυρίων τους».
Τότε ὁ Ἰησοῦς τῆς ἀπεκρίθη, «Ὦ γυναῖκα, μεγάλη εἶναι ἡ πίστις σου· ἂς σοῦ γίνῃ ὅπως θέλεις». Καὶ ἐθεραπεύθηκε ἡ θυγατέρα της ἀπὸ τὴν ὥραν ἐκείνην.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου