Οι
ανδρείοι και άγιοι αυτοί μάρτυρες της χριστιανικής Πίστεως ήταν κάποτε
ευγενείς αξιωματούχοι στην αυτοκρατορική αυλή, επί βασιλείας Μαξιμιανού.
Ο ασεβής αυτοκράτορας τους εκτιμούσε ιδιαιτέρως εξαιτίας της
γενναιότητας, της σοφίας, αλλά και της πίστης τους στο πρόσωπό του. Όταν
όμως πληροφορήθηκε ότι οι δύο ευγενείς ακόλουθοί του ήταν χριστιανοί, η
εύνοιά του μετατράπηκε σε οργή. Επ’ ευκαιρία λοιπόν κάποιας
ειδωλολατρικής γιορτής, ο αυτοκράτορας ζήτησε από τον Σέργιο και τον
Βάκχο να προσφέρουν μαζί του θυσία στα είδωλα: εκείνοι αρνήθηκαν
δημοσίως να υπακούσουν τον αυτοκράτορα.
Έξω
φρένων αυτός διέταξε να τους αφαιρέσουν αμέσως τις στρατιωτικές στολές,
τις ζώνες, τα δαχτυλίδια, τα εμβλήματα και να τους ντύσουν με γυναικεία
ενδύματα. Ύστερα τους πέρασε σιδερένιους χαλκάδες στον
λαιμό και τους περιέφερε έτσι στους δρόμους της Ρώμης, για να
χλευαστούν απ’ όλο τον λαό. Στη συνέχεια τους έστειλε στον έπαρχό του
στην Ασία, Αντίοχο, για να τους βασανίσει.
Ο Αντίοχος έριξε τον Σέργιο στη φυλακή και πρόσταζε να βασανίσουν πρώτα τον Βάκχο. Οι βασανιστές εναλλάσσονταν και τον χτυπούσαν αλύπητα μέχρι που το σώμα του ξεσχίστηκε μεληδόν. Η αγία ψυχή του Βάκχου εξήλθε από το ξεσχισμένο και ματωμένο σώμα και, στα χέρια των αγγέλων, οδηγήθηκε στον Κύριο. Ο άγιος Βάκχος μαρτύρησε στην πόλη Λισσό (της Συρίας).
Στη συνέχεια οι δήμιοι έσυραν έξω τον άγιο Σέργιο και τον ανάγκασαν να βαδίσει με σιδερένια υποδήματα επενδυμένα με αιχμηρά καρφιά. Έτσι περπάτησε μέχρι την πόλη της Συρίας, Ρασάφα, όπου και απέκοψαν την κεφαλή του. Η ψυχή του όμως πήγε στον Παράδεισο όπου, μαζί με τον φίλο του Βάκχο, έλαβε τον στέφανο της αιωνίου δόξης από τον αγωνοθέτη Χριστό, τον Βασιλέα και Κύριο.
Οι δύο έξοχοι αυτοί αθληφόροι της πίστεως μαρτύρησαν περί το έτος 303.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου