Φυσική εἶναι ἡ τάση τοῦ ἀνθρώπου γιά
συντροφικότητα. Ὁ Θεός τήν ἀποδέχεται καί τήν εὐλογεῖ εὐθύς ἐξ ἀρχῆς
(Γένεση 1, 27 -28 καί 2, 18 -24). Ἔρχεται ὅμως τό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα τοῦ
μυστηρίου (Ἐφεσίους 5, 20 -33) νά παραλληλίση τό δεσμό τῶν δύο ἀνθρώπων μέ τήν
ἕνωση Χριστοῦ καί Ἐκκλησίας. Ἀπό παλιά, στήν Παλαιά Διαθήκη, ὁ Θεός
χρησιμοποίησε σάν ἀνάλογο γιά νά δείξει τή σχέση Του μέ τούς ἀνθρώπους τόν ἐρωτικό δεσμό (Ψαλμοί 44, 12 Ἱερεμίας 3, 6-9
Ἠσαίας 54, 1 10 καί 62, 4 -5 Ἰεζεκιήλ 16, 163 καθώς καί ὁλόκληρο τό Ἆσμα
Ἀσμάτων.)[...] Καί οἱ Πατέρες στή συνέχεια μεταχειρίσθηκαν αὐτό τό παράδειγμα
(Κλῖμαξ, λόγος 30, 5).
Ἀντιλαμβανόμαστε πόσο τιμοῦν τόν ἀνθρώπινο ἔρωτα αὐτές οἱ παρομοιώσεις. Ἡ ἐρωτική συντροφικότητα ἀντιμετωπίζεται ὡς πρωτογενής καί θεμελιώδης ἀνθρώπινη λειτουργία. Αὐτό βέβαια τό πιστεύουν καί ὅσοι βλέπουν τόν γάμο ἀνθρωποκεντρικά. Ἐπί πλέον, ὅμως, ἐδῶ παίρνει νόημα ἀπο τήν οὐράνια πηγή της καί γίνεται στή συνέχεια νοσταλγία της. Πέρα ἀπό τό γεγονός ὅτι «ὁ Θεός τούς ἔρωτας τούτους ἐγκατέσπειρε» (Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος) ὥστε ὁ ἄνθρωπος νά καταξιώνεται καί νά συμπληρώνεται, τούς ἔκαμε καί σκαλοπάτια μέ τό ὁποῖα θά ἀνάγεται πρός τά ἀνώτερα καί ἐπουράνια. Ὄχι φυσικά μέ τήν ἔννοια ὅτι αὐτόματα ἡ ἐρωτική ζωή ἀνεβάζει πνευματικά τόν ἄνθρωπο (μέ τήν κακή χρήση της μπορεῖ, ἀντίθετα νά ξεπέση) ἀλλά ὅτι ὅταν ὑπάρχει πνευματική ζωή τό γεγονός τοῦ ἔρωτα λειτουργεῖ καί ὡς κίνητρο γιά τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό: ἀφοῦ εἶναι τόσο ἰσχυρός ὁ ἀνθρώπινος ἔρωτας, μπορεῖ κανείς νά φανατασθῆ τόν ἔρωτα πρός τόν Θεό πόσο σφοδρός μπορεῖ νά γίνη. Ἐκτός αὐτοῦ, μέ τήν διαπροσωπική σχέση ὁ ἄνθρωπος μαθαίνει ν' ἀνοίγεται στόν ἄλλο καί νά κοινωνεῖ μαζί του· χωρίς αὐτή τή βασική προϋπόθεση ἀδυνατεῖ κάποιος νά κοινωνήσει μέ τόν Θεό.
Στήν πραγματικότητα, ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ ἀφάνταστα τόν ἔρωτα καί τόν γάμο καί μόνο σέ αὐτή τή βάση μπορεῖ κάποιος νά καταλάβη τίς «ἀπαγορεύσεις» της. Οὐσιαστικά πρόκειται γιά μέτρα προστασίας αὐτῶν τῶν θεϊκῶν δώρων, ὅπως κάποιος προστατεύει τή φλόγα τοῦ κεριοῦ του νά μήν τή σβήση ὁ ἄνεμος, ἤ ὅπως ὑποβάλλεται σέ στερήσεις ὁ ἀθλητής προκειμένου νά γευθῆ τή χαρά τῆς νίκης. Τό ἀρχικό κεφάλαιο τοῦ ἔρωτα χρειάζεται νά αὐξηθεῖ καί νά μεταμορφωθῆ, ὄχι νά ἀναλωθῆ ἀπερίσκεπτα ὅπως συχνά συμβαίνει.
[...] Ὁλόκληρη ἡ ζωή τοῦ Χριστιανοῦ παίρνει νόημα ἀπό τήν ἔνταξή του στήν Ἐκκλησία. Τίποτε δέν μπορεῖ νά γίνη ἔξω ἀπό τήν εὐλογία της, ὄχι διότι τό ἐπιβάλλει κάποιος κανονισμός ἤ μιά θρησκοληψία, ἀλλά διότι ἡ Ἐκκλησία ἀποτελεῖ τρόπο ζωῆς. [...]
Ἔτσι λοιπόν, ἡ ἐγκράτεια πρίν ἀπό τόν γάμο παίρνει τό νόημα μιᾶς θεληματικῆς ἄσκησης προκειμένου νά παραμείνη κάποιος ἐνταγμένος στήν Ἐκκλησία. Μέ τό βάπτισμα καί τό χρίσμα ὁ πιστός ἀποκτᾶ τήν γενική ἱερωσύνη, τήν ἱερωσύνη τῶν λαϊκῶν. Μετέχοντας καί αὐτός στό ἱερατικό ἀξίωμα τοῦ Χριστοῦ (πού προσέφερε τόν Ἑαυτό Του θυσία ὡς Μέγας Ἀρχιερεύς) προσφέρει καί αὐτός θυσία τήν ἄσκησή του καί κάθε εἴδους ἄσκηση (ἀφοῦ αὐτή λαμβάνει χώρα στήν ψυχή καί στό σῶμα του), στό δέ συγκεκριμένο θέμα τήν ἐγκράτεια. Ἄν ἀρνηθῆ αὐτή τήν ἄσκηση αὐτονομεῖται ἀπό τό ἐκκλησιαστιό σῶμα, διότι προηγουμένως αὐτονόμησε τήν ἐρωτική-σεξουαλική λειτουργία ἀπό τήν ἐν Χριστῷ ζωή.
[...] Θά λέγαμε ὅτι σήμερα ἡ ἐγκράτεια ἰσοδυναμεῖ μέ θαῦμα. Ἀλλά ὅπως ὅλα τά θαύματα ἀπαιτοῦν δύναμη Θεοῦ καί πίστη τοῦ ἀνθρώπου, ἔτσι καί αὐτή εἶναι ἐφικτή ὅταν ὁ ἄνθρωπος τό θελήση πολύ καί ζητήσει τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Ἄλλωστε ἄς μή λησμονοῦμε ὅτι, ἀφοῦ ἐκκλησιολογικά μόνο δικαιώνεται αὐτή ἡ ἐγκράτεια μόνο μέσα στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας μπορεῖ νά πραγματοποιηθῆ. Μόνο ἕνας συνηδειτά πιστός, πού μελετᾶ, προσεύχεται, ἐξομολογεῖται, κοινωνεῖ, εἶναι σέ θέση νά διατηρήση μέσα του μία ἀτμόσφαιρα ἐμπιστοσύνης στόν Θεό καί πνευματικῆς ἀγωνιστικότητας. Τό μαρτυροῦν οἱ χιλιάδες νεαρῶν πιστῶν πού τό ἐπιτυγχάνουν καί σήμερα. [...] Χρειάζεται μακροχρόνιος ἀγώνας ὥστε νά θέση κανείς τή λειτουργία αὐτή στήν ὑπηρεσία τῆς ἀγάπης, τῆς ἑνότητας, τῆς κατανόησης, τῆς τρυφερότητας, τῆς βαθειᾶς κοινωνίας.
Μπήκαμε σ' ἕναν καινούργιο αἰῶνα πού φιλοδοξεῖ νά καθιερώσει ἐναλλακτικές μορφές οἰκογένειας, ἁπλῶς καί μόνο γιά νά ἱκανοποιήση κάθε φτηνή ἐπιθυμία καί γιά νά διαδώση τό ἰδανικό ἑνός «γάμου»- ἁπλοῦ συμβολαίου. Σ' ἕνα κόσμο πού κλυδωνίζεται ἀπό τήν καχυποψία καί τήν ἐχθρότητα, πού ἀποδιοργανώνεται ἀπό τόν ἡδονισμό καί τήν ἐκμετάλλευση, χρειαζόμαστε τόν ἐκκλησιαστικό γάμο περισσότερο ἀπό ποτέ στήν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητος. Ὄχι ὡς ἁπλή τελετή, ἀλλά ὡς κεντρικό ἄξονα τῆς ζωῆς ἀπό τόν ὁποῖο παίρνουν νόημα ὅλες οἱ ὑπόλοιπες πτυχές της. Ὁ κόσμος δέν θά σωθῆ οὔτε ἀπό τόν ἀφελῆ ρομαντισμό τῆς δῆθεν ἀγάπης, οὔτε ἀπό τήν ἀπρόσωπη ἀπόλαυση πού ἦλθε νά τόν ἀντικαταστήση, τά ὁποῖα ἤδη κάποιοι ἐμπορεύονται. Ἐλπίδα του παραμένει ἕνας γάμος πού τρέφεται ἀπό τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, πού διατηρεῖ ὡς ὅραμα τήν ἀνιδιοτελῆ ἀγάπη, πού ἀγωνίζεται (σκληρά μερικές φορές) νά μεταποιῆ καθημερινά τό φυσικό σέ θεανθρώπινο. Ἕνας γάμος πού ὑλοποιεῖ τήν αἰώνια βούληση τοῦ Θεοῦ γιά τόν τρόπο τῆς σχέσης: τή βαθειά κοινωνία τῶν προσώπων.
Ἀντιλαμβανόμαστε πόσο τιμοῦν τόν ἀνθρώπινο ἔρωτα αὐτές οἱ παρομοιώσεις. Ἡ ἐρωτική συντροφικότητα ἀντιμετωπίζεται ὡς πρωτογενής καί θεμελιώδης ἀνθρώπινη λειτουργία. Αὐτό βέβαια τό πιστεύουν καί ὅσοι βλέπουν τόν γάμο ἀνθρωποκεντρικά. Ἐπί πλέον, ὅμως, ἐδῶ παίρνει νόημα ἀπο τήν οὐράνια πηγή της καί γίνεται στή συνέχεια νοσταλγία της. Πέρα ἀπό τό γεγονός ὅτι «ὁ Θεός τούς ἔρωτας τούτους ἐγκατέσπειρε» (Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος) ὥστε ὁ ἄνθρωπος νά καταξιώνεται καί νά συμπληρώνεται, τούς ἔκαμε καί σκαλοπάτια μέ τό ὁποῖα θά ἀνάγεται πρός τά ἀνώτερα καί ἐπουράνια. Ὄχι φυσικά μέ τήν ἔννοια ὅτι αὐτόματα ἡ ἐρωτική ζωή ἀνεβάζει πνευματικά τόν ἄνθρωπο (μέ τήν κακή χρήση της μπορεῖ, ἀντίθετα νά ξεπέση) ἀλλά ὅτι ὅταν ὑπάρχει πνευματική ζωή τό γεγονός τοῦ ἔρωτα λειτουργεῖ καί ὡς κίνητρο γιά τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό: ἀφοῦ εἶναι τόσο ἰσχυρός ὁ ἀνθρώπινος ἔρωτας, μπορεῖ κανείς νά φανατασθῆ τόν ἔρωτα πρός τόν Θεό πόσο σφοδρός μπορεῖ νά γίνη. Ἐκτός αὐτοῦ, μέ τήν διαπροσωπική σχέση ὁ ἄνθρωπος μαθαίνει ν' ἀνοίγεται στόν ἄλλο καί νά κοινωνεῖ μαζί του· χωρίς αὐτή τή βασική προϋπόθεση ἀδυνατεῖ κάποιος νά κοινωνήσει μέ τόν Θεό.
Στήν πραγματικότητα, ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ ἀφάνταστα τόν ἔρωτα καί τόν γάμο καί μόνο σέ αὐτή τή βάση μπορεῖ κάποιος νά καταλάβη τίς «ἀπαγορεύσεις» της. Οὐσιαστικά πρόκειται γιά μέτρα προστασίας αὐτῶν τῶν θεϊκῶν δώρων, ὅπως κάποιος προστατεύει τή φλόγα τοῦ κεριοῦ του νά μήν τή σβήση ὁ ἄνεμος, ἤ ὅπως ὑποβάλλεται σέ στερήσεις ὁ ἀθλητής προκειμένου νά γευθῆ τή χαρά τῆς νίκης. Τό ἀρχικό κεφάλαιο τοῦ ἔρωτα χρειάζεται νά αὐξηθεῖ καί νά μεταμορφωθῆ, ὄχι νά ἀναλωθῆ ἀπερίσκεπτα ὅπως συχνά συμβαίνει.
[...] Ὁλόκληρη ἡ ζωή τοῦ Χριστιανοῦ παίρνει νόημα ἀπό τήν ἔνταξή του στήν Ἐκκλησία. Τίποτε δέν μπορεῖ νά γίνη ἔξω ἀπό τήν εὐλογία της, ὄχι διότι τό ἐπιβάλλει κάποιος κανονισμός ἤ μιά θρησκοληψία, ἀλλά διότι ἡ Ἐκκλησία ἀποτελεῖ τρόπο ζωῆς. [...]
Ἔτσι λοιπόν, ἡ ἐγκράτεια πρίν ἀπό τόν γάμο παίρνει τό νόημα μιᾶς θεληματικῆς ἄσκησης προκειμένου νά παραμείνη κάποιος ἐνταγμένος στήν Ἐκκλησία. Μέ τό βάπτισμα καί τό χρίσμα ὁ πιστός ἀποκτᾶ τήν γενική ἱερωσύνη, τήν ἱερωσύνη τῶν λαϊκῶν. Μετέχοντας καί αὐτός στό ἱερατικό ἀξίωμα τοῦ Χριστοῦ (πού προσέφερε τόν Ἑαυτό Του θυσία ὡς Μέγας Ἀρχιερεύς) προσφέρει καί αὐτός θυσία τήν ἄσκησή του καί κάθε εἴδους ἄσκηση (ἀφοῦ αὐτή λαμβάνει χώρα στήν ψυχή καί στό σῶμα του), στό δέ συγκεκριμένο θέμα τήν ἐγκράτεια. Ἄν ἀρνηθῆ αὐτή τήν ἄσκηση αὐτονομεῖται ἀπό τό ἐκκλησιαστιό σῶμα, διότι προηγουμένως αὐτονόμησε τήν ἐρωτική-σεξουαλική λειτουργία ἀπό τήν ἐν Χριστῷ ζωή.
[...] Θά λέγαμε ὅτι σήμερα ἡ ἐγκράτεια ἰσοδυναμεῖ μέ θαῦμα. Ἀλλά ὅπως ὅλα τά θαύματα ἀπαιτοῦν δύναμη Θεοῦ καί πίστη τοῦ ἀνθρώπου, ἔτσι καί αὐτή εἶναι ἐφικτή ὅταν ὁ ἄνθρωπος τό θελήση πολύ καί ζητήσει τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Ἄλλωστε ἄς μή λησμονοῦμε ὅτι, ἀφοῦ ἐκκλησιολογικά μόνο δικαιώνεται αὐτή ἡ ἐγκράτεια μόνο μέσα στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας μπορεῖ νά πραγματοποιηθῆ. Μόνο ἕνας συνηδειτά πιστός, πού μελετᾶ, προσεύχεται, ἐξομολογεῖται, κοινωνεῖ, εἶναι σέ θέση νά διατηρήση μέσα του μία ἀτμόσφαιρα ἐμπιστοσύνης στόν Θεό καί πνευματικῆς ἀγωνιστικότητας. Τό μαρτυροῦν οἱ χιλιάδες νεαρῶν πιστῶν πού τό ἐπιτυγχάνουν καί σήμερα. [...] Χρειάζεται μακροχρόνιος ἀγώνας ὥστε νά θέση κανείς τή λειτουργία αὐτή στήν ὑπηρεσία τῆς ἀγάπης, τῆς ἑνότητας, τῆς κατανόησης, τῆς τρυφερότητας, τῆς βαθειᾶς κοινωνίας.
Μπήκαμε σ' ἕναν καινούργιο αἰῶνα πού φιλοδοξεῖ νά καθιερώσει ἐναλλακτικές μορφές οἰκογένειας, ἁπλῶς καί μόνο γιά νά ἱκανοποιήση κάθε φτηνή ἐπιθυμία καί γιά νά διαδώση τό ἰδανικό ἑνός «γάμου»- ἁπλοῦ συμβολαίου. Σ' ἕνα κόσμο πού κλυδωνίζεται ἀπό τήν καχυποψία καί τήν ἐχθρότητα, πού ἀποδιοργανώνεται ἀπό τόν ἡδονισμό καί τήν ἐκμετάλλευση, χρειαζόμαστε τόν ἐκκλησιαστικό γάμο περισσότερο ἀπό ποτέ στήν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητος. Ὄχι ὡς ἁπλή τελετή, ἀλλά ὡς κεντρικό ἄξονα τῆς ζωῆς ἀπό τόν ὁποῖο παίρνουν νόημα ὅλες οἱ ὑπόλοιπες πτυχές της. Ὁ κόσμος δέν θά σωθῆ οὔτε ἀπό τόν ἀφελῆ ρομαντισμό τῆς δῆθεν ἀγάπης, οὔτε ἀπό τήν ἀπρόσωπη ἀπόλαυση πού ἦλθε νά τόν ἀντικαταστήση, τά ὁποῖα ἤδη κάποιοι ἐμπορεύονται. Ἐλπίδα του παραμένει ἕνας γάμος πού τρέφεται ἀπό τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, πού διατηρεῖ ὡς ὅραμα τήν ἀνιδιοτελῆ ἀγάπη, πού ἀγωνίζεται (σκληρά μερικές φορές) νά μεταποιῆ καθημερινά τό φυσικό σέ θεανθρώπινο. Ἕνας γάμος πού ὑλοποιεῖ τήν αἰώνια βούληση τοῦ Θεοῦ γιά τόν τρόπο τῆς σχέσης: τή βαθειά κοινωνία τῶν προσώπων.
πρωτοπρ. Βασίλειος Θερμός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου