«Διάβασα γιὰ τὴν συνεχῆ θεία Κοινωνία, δηλαδή, ὅτι οἱ Χριστιανοί, κανονικά, πρέπει νὰ μεταλαμβάνουν σὲ κάθε θεία Λειτουργία. Ἄλλωστε, ὅπως γράφετε, αὐτὸς εἶναι ὁ σκοπός της καὶ γι’ αὐτὸ ὁ διάκονος ἢ ὁ ἱερεὺς ἐξέρχεται κάθε φορὰ μὲ τὸ ἅγιο Ποτήριο καὶ προσκαλεῖ τοὺς πιστοὺς νὰ κοινωνήσουν “μετὰ φόβου Θεοῦ, πίστεως καὶ ἀγάπης”. Αὐτὸ τὸ τελευταῖο, νομίζω, πὼς εἶναι τὸ δύσκολο. Πῶς μπορεῖ κανεὶς νὰ κοινωνῆ τακτικὰ “μετὰ φόβου Θεοῦ…” ἢ ὅπως λέει ἡ εὐχὴ ”ἀνενόχως καὶ ἀκατακρίτως”; Δὲν κινδυνεύει νὰ πέση στὴν καταδίκη τοῦ “κρίματος” γιὰ τὸ ὁποῖο κάνει λόγο ὁ ἀπόστολος Παῦλος»;
Εἶναι γεγονός, πὼς γιὰ νὰ κοινωνήση ὁ πιστός, γιὰ νὰ πάρη μέσα του τὸν ἴδιο τὸν Χριστό, τὸ «φάρμακον ἀθανασίας»,τὸ «ἀντίδοτον τοῦ μὴ ἀποθανεῖν», χρειάζεται πρῶτα-πρῶτα ἡ ἀνάλογη πνευματικὴ προετοιμασία. «Τῇ μυστικῇ ἐν φόβῳ τραπέζῃ προσεγγίσαντες πάντες, καθαραῖς ταῖς ψυχαῖς, τὸν ἄρτον ὑποδεξώμεθα…» Πλησιάζουμε τὴν ἁγία Τράπεζα, γιὰ νὰ λάβουμε τὰ ἄχραντα μυστήρια, τὸ ἅγιο Σῶμα καὶ τὸ τίμιο Αἷμα τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, μὲ φόβο Θεοῦ καὶ καθαρὲς τὶς ψυχές. Ἀλλὰ αὐτὸ δὲν ἐξαρτᾶται μόνο ἀπὸ τὴν συχνότητα τῆς προσελεύσεως. Μπορεῖ κανεὶς νὰ μεταλαμβάνη ἀραιά, δύο ἢ τρεῖς φορὲς τὸ χρόνο ἀπὸ συνήθεια καὶ χωρὶς καμιὰ προετοιμασία. Ἢ ὁ ἄλλος νὰ κοινωνῆ συχνὰ καὶ πάντοτε νὰ προετοιμάζεται μὲ τὸν κατάλληλο τρόπο. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος θέτει ὡς βασικὴ ἀρχὴ τὴν καθαρὴ συνείδηση, τὴν ἁγνὴ καρδιὰ καὶ τὴν προσπάθεια γιὰ μιὰ ζωὴ σύμφωνη μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Μὲ αὐτὲς τὶς προϋποθέσεις, τονίζει, πρέπει πάντοτε νὰ κοινωνοῦμε καὶ χωρὶς αὐτὲς οὔτε μιὰ φορά.
. Πρῶτος ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἐπισημαίνει τὶς συνέπειες ἀπὸ τὴν χωρὶς προετοιμασία προσέλευσή μας στὴν θεία Εὐχαριστία.«Διὰ τοῦτο ἐν ὑμῖν πολλοὶ ἀσθενεῖς καὶ ἄρρωστοι καὶ κοιμῶνται ἱκανοὶ» (Α´ Κορ. ια´ 30). Διότι κοινωνεῖτε ἀπροπαρασκεύαστοι, χωρὶς συναίσθηση τοῦ ἱεροῦ Μυστηρίου, γι’ αὐτὸ ὑπάρχουν ἀνάμεσά σας πολλοὶ ἀσθενεῖς καὶ ἄρρωστοι καὶ ἔχουν ἀπὸ αὐτὴ τὴν αἰτία πεθάνει ἀρκετοί. Καὶ εἶναι ἑπόμενο. Τὸ ἀπροετοίμαστο δείχνει ἀσέβεια καὶ περιφρόνηση σ’ αὐτὸν τὸν ἴδιο τὸν Χριστό, ποὺ μὲ τὴ θεία Κοινωνία λαμβάνουμε μέσα στὴν ψυχή μας. Μιὰ τέτοια περιφρόνηση, πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ μείνη χωρὶς συνέπειες; «Ὁ ἐσθίων καὶ πίνων ἀναξίως κρίμα ἑαυτῷ ἐσθίει καὶ πίνει, μὴ διακρίνων τὸ σῶμα τοῦ Κυρίου» (Α´ Κορ. ια´ 29). Ἔτσι«τὸ πλούσιο αὐτὸ πνευματικὸ τραπέζι ἀπὸ τὸ ὁποῖο ἀναβλύζει ἡ αἰώνια ζωή, γίνεται καταδίκη, ὄχι ἐξ αἰτίας του, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν κακὴ προαίρεση τῶν προσερχομένων» (Χρυσόστομος).
. Ὁ ἴδιος μεγάλος Πατέρας, ποὺ τονίζει τὸ δέος τὸ ὁποῖο πρέπει νὰ μᾶς διακατέχη, τονίζει καὶ τὴν ἀνάγκη τῆς τακτικῆς προσελεύσεως. «Δὲν βλέπετε, λέει, μὲ πόση ὁρμὴ τὰ βρέφη καρφώνονται στὸ στῆθος τῆς μητέρας τους γιὰ νὰ θηλάσουν; Μὲ τὴν ἴδια προθυμία πρέπει κι ἐμεῖς νὰ σπεύδουμε στὸ πνευματικὸ Ποτήρι… Καὶ μιὰ νὰ εἶναι ἡ ὀδύνη μας, ὅταν δὲν μετέχουμε στὴν τροφὴ αὐτή». Χρειάζονται οἱ προϋποθέσεις. Καὶ ἡ πρώτη καὶ βασικὴ γιὰ τὴν ἀνένοχη καὶ ἀκατάκριτη συμμετοχή μας εἶναι ἡ ἀγάπη, ἡ συγχωρητικότητα. Παίρνοντας ἀφορμὴ πάλι ὁ Χρυσόστομος ἀπὸ τὴν ἑορτὴ τοῦ Πάσχα, ποὺ πλησιάζει, ἔλεγε στὴν 20η ὁμιλία του στοὺς Ἀνδριάντες: «Κανένας, μὰ κανένας, δὲν ἀτιμάζει τόσο τὴν ἱερὴ αὐτὴ πανήγυρι, ὅσο ἐκεῖνος ποὺ τὴν γιορτάζει, ἐνῶ ἔχει μέσα του μνησικακία. Ἀκόμη περισσότερο, οὔτε κἂν νὰ τὴν γιορτάση μπορεῖ, ἔστω κι ἂν μείνη δέκα μέρες τελείως νηστικός. Γιατί ὅπου ὑπάρχει ἔχθρα καὶ ἀντιπάθεια οὔτε νηστεία οὔτε γιορτὴ μπορεῖ νὰ γίνη. Μήπως τολμᾶς μὲ ἄπλυτα χέρια νὰ ἀγγίξης τὴν ἱερὴ θυσία, ἔστω κι ἂν εἶναι πολλὴ ἀνάγκη; Μή, λοιπόν, πλησιάζης μὲ ἀκάθαρτη ψυχή, γιατί αὐτὸ εἶναι πολὺ χειρότερο καὶ φέρνει πιὸ μεγάλη κόλαση. Διότι τίποτε δὲν γεμίζει τὴν σκέψη μὲ τόση ἀκαθαρσία, ὅσο ἡ ὀργὴ ποὺ μένει συνέχεια μέσα μας».. Καὶ συνεχίζει: «Σᾶς τὸ λέω, λοιπόν, προκαταβολικὰ καὶ διαμαρτύρομαι καὶ τὸ φωνάζω δυνατά. Κανένας ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ ἔχουν ἐχθρό, ἂς μὴ πλησιάζη στὴν ἱερὴ τράπεζα καὶ ἂς μὴ δέχεται τὸ Σῶμα τοῦ Κυρίου. Ὅποιος πλησιάζει νὰ μὴν ἔχη ἐχθρό. Ἔχεις ἐχθρό; Νὰ μὴν προσέλθης. Θέλεις νὰ προσέλθης; Συμφιλιώσου καὶ τότε νὰ προσέλθης καὶ νὰ ἀγγίξης τὸ ἱερό. Δὲν τὰ λέω ἐγὼ αὐτά, ἀλλὰ ὁ Κύριος ποὺ σταυρώθηκε γιὰ μᾶς. Αὐτὸς γιὰ νὰ σὲ συμφιλιώση μὲ τὸν Πατέρα δὲν δίστασε νὰ θυσιασθῆ καὶ νὰ χύση τὸ αἷμα Του. Καὶ σὺ γιὰ νὰ συμφιλιωθῆς μὲ τὸν συνάνθρωπό σου οὔτε λέξη θέλεις νὰ πῆς καὶ πρῶτος νὰ τρέξης»;. Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος τὴν μνησικακία τὴν θεωρεῖ ἀπὸ ἀπόψεως κωλύματος γιὰ τὴν θεία Κοινωνία, ὅπως τὴν πορνεία καὶ τὴν βλασφημία: «Ὡς τὸν πορνεύοντα καὶ τὸν βλασφημοῦντα ἀμήχανον (ἀδύνατον) μετασχεῖν τῆς ἱερᾶς Τραπέζης οὕτω τὸν ἐχθρὸν ἔχοντα καὶ μνησικακοῦντα ἀδύνατον ἀπολαῦσαι κοινωνίας ἁγίας˙ καὶ μάλιστα εἰκότως». Τί σημαίνουν ὅλα αὐτά; Ἡ θεία Κοινωνία δὲν εἶναι γιὰ τοὺς ἀναμάρτητους. Εἶναι γιὰ τοὺς ἀγωνιστές. Γι’ αὐτοὺς ποὺ πέφτουν καὶ σηκώνονται καὶ ἔχουν ἀνάγκη ἀπὸ ἐνίσχυση. Εἶναι γιὰ τοὺς τραυματίες ποὺ ἔχασαν αἷμα καὶ ἔχουν ἀνάγκη ἀπὸ μετάγγιση, γιὰ νὰ συνεχίσουν τὴν ἀγωνιστικὴ πορεία τους.
τοῦ περιοδ. «ΖΩΗ»
Εἶναι γεγονός, πὼς γιὰ νὰ κοινωνήση ὁ πιστός, γιὰ νὰ πάρη μέσα του τὸν ἴδιο τὸν Χριστό, τὸ «φάρμακον ἀθανασίας»,τὸ «ἀντίδοτον τοῦ μὴ ἀποθανεῖν», χρειάζεται πρῶτα-πρῶτα ἡ ἀνάλογη πνευματικὴ προετοιμασία. «Τῇ μυστικῇ ἐν φόβῳ τραπέζῃ προσεγγίσαντες πάντες, καθαραῖς ταῖς ψυχαῖς, τὸν ἄρτον ὑποδεξώμεθα…» Πλησιάζουμε τὴν ἁγία Τράπεζα, γιὰ νὰ λάβουμε τὰ ἄχραντα μυστήρια, τὸ ἅγιο Σῶμα καὶ τὸ τίμιο Αἷμα τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, μὲ φόβο Θεοῦ καὶ καθαρὲς τὶς ψυχές. Ἀλλὰ αὐτὸ δὲν ἐξαρτᾶται μόνο ἀπὸ τὴν συχνότητα τῆς προσελεύσεως. Μπορεῖ κανεὶς νὰ μεταλαμβάνη ἀραιά, δύο ἢ τρεῖς φορὲς τὸ χρόνο ἀπὸ συνήθεια καὶ χωρὶς καμιὰ προετοιμασία. Ἢ ὁ ἄλλος νὰ κοινωνῆ συχνὰ καὶ πάντοτε νὰ προετοιμάζεται μὲ τὸν κατάλληλο τρόπο. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος θέτει ὡς βασικὴ ἀρχὴ τὴν καθαρὴ συνείδηση, τὴν ἁγνὴ καρδιὰ καὶ τὴν προσπάθεια γιὰ μιὰ ζωὴ σύμφωνη μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Μὲ αὐτὲς τὶς προϋποθέσεις, τονίζει, πρέπει πάντοτε νὰ κοινωνοῦμε καὶ χωρὶς αὐτὲς οὔτε μιὰ φορά.
. Πρῶτος ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἐπισημαίνει τὶς συνέπειες ἀπὸ τὴν χωρὶς προετοιμασία προσέλευσή μας στὴν θεία Εὐχαριστία.«Διὰ τοῦτο ἐν ὑμῖν πολλοὶ ἀσθενεῖς καὶ ἄρρωστοι καὶ κοιμῶνται ἱκανοὶ» (Α´ Κορ. ια´ 30). Διότι κοινωνεῖτε ἀπροπαρασκεύαστοι, χωρὶς συναίσθηση τοῦ ἱεροῦ Μυστηρίου, γι’ αὐτὸ ὑπάρχουν ἀνάμεσά σας πολλοὶ ἀσθενεῖς καὶ ἄρρωστοι καὶ ἔχουν ἀπὸ αὐτὴ τὴν αἰτία πεθάνει ἀρκετοί. Καὶ εἶναι ἑπόμενο. Τὸ ἀπροετοίμαστο δείχνει ἀσέβεια καὶ περιφρόνηση σ’ αὐτὸν τὸν ἴδιο τὸν Χριστό, ποὺ μὲ τὴ θεία Κοινωνία λαμβάνουμε μέσα στὴν ψυχή μας. Μιὰ τέτοια περιφρόνηση, πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ μείνη χωρὶς συνέπειες; «Ὁ ἐσθίων καὶ πίνων ἀναξίως κρίμα ἑαυτῷ ἐσθίει καὶ πίνει, μὴ διακρίνων τὸ σῶμα τοῦ Κυρίου» (Α´ Κορ. ια´ 29). Ἔτσι«τὸ πλούσιο αὐτὸ πνευματικὸ τραπέζι ἀπὸ τὸ ὁποῖο ἀναβλύζει ἡ αἰώνια ζωή, γίνεται καταδίκη, ὄχι ἐξ αἰτίας του, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν κακὴ προαίρεση τῶν προσερχομένων» (Χρυσόστομος).
. Ὁ ἴδιος μεγάλος Πατέρας, ποὺ τονίζει τὸ δέος τὸ ὁποῖο πρέπει νὰ μᾶς διακατέχη, τονίζει καὶ τὴν ἀνάγκη τῆς τακτικῆς προσελεύσεως. «Δὲν βλέπετε, λέει, μὲ πόση ὁρμὴ τὰ βρέφη καρφώνονται στὸ στῆθος τῆς μητέρας τους γιὰ νὰ θηλάσουν; Μὲ τὴν ἴδια προθυμία πρέπει κι ἐμεῖς νὰ σπεύδουμε στὸ πνευματικὸ Ποτήρι… Καὶ μιὰ νὰ εἶναι ἡ ὀδύνη μας, ὅταν δὲν μετέχουμε στὴν τροφὴ αὐτή». Χρειάζονται οἱ προϋποθέσεις. Καὶ ἡ πρώτη καὶ βασικὴ γιὰ τὴν ἀνένοχη καὶ ἀκατάκριτη συμμετοχή μας εἶναι ἡ ἀγάπη, ἡ συγχωρητικότητα. Παίρνοντας ἀφορμὴ πάλι ὁ Χρυσόστομος ἀπὸ τὴν ἑορτὴ τοῦ Πάσχα, ποὺ πλησιάζει, ἔλεγε στὴν 20η ὁμιλία του στοὺς Ἀνδριάντες: «Κανένας, μὰ κανένας, δὲν ἀτιμάζει τόσο τὴν ἱερὴ αὐτὴ πανήγυρι, ὅσο ἐκεῖνος ποὺ τὴν γιορτάζει, ἐνῶ ἔχει μέσα του μνησικακία. Ἀκόμη περισσότερο, οὔτε κἂν νὰ τὴν γιορτάση μπορεῖ, ἔστω κι ἂν μείνη δέκα μέρες τελείως νηστικός. Γιατί ὅπου ὑπάρχει ἔχθρα καὶ ἀντιπάθεια οὔτε νηστεία οὔτε γιορτὴ μπορεῖ νὰ γίνη. Μήπως τολμᾶς μὲ ἄπλυτα χέρια νὰ ἀγγίξης τὴν ἱερὴ θυσία, ἔστω κι ἂν εἶναι πολλὴ ἀνάγκη; Μή, λοιπόν, πλησιάζης μὲ ἀκάθαρτη ψυχή, γιατί αὐτὸ εἶναι πολὺ χειρότερο καὶ φέρνει πιὸ μεγάλη κόλαση. Διότι τίποτε δὲν γεμίζει τὴν σκέψη μὲ τόση ἀκαθαρσία, ὅσο ἡ ὀργὴ ποὺ μένει συνέχεια μέσα μας».. Καὶ συνεχίζει: «Σᾶς τὸ λέω, λοιπόν, προκαταβολικὰ καὶ διαμαρτύρομαι καὶ τὸ φωνάζω δυνατά. Κανένας ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ ἔχουν ἐχθρό, ἂς μὴ πλησιάζη στὴν ἱερὴ τράπεζα καὶ ἂς μὴ δέχεται τὸ Σῶμα τοῦ Κυρίου. Ὅποιος πλησιάζει νὰ μὴν ἔχη ἐχθρό. Ἔχεις ἐχθρό; Νὰ μὴν προσέλθης. Θέλεις νὰ προσέλθης; Συμφιλιώσου καὶ τότε νὰ προσέλθης καὶ νὰ ἀγγίξης τὸ ἱερό. Δὲν τὰ λέω ἐγὼ αὐτά, ἀλλὰ ὁ Κύριος ποὺ σταυρώθηκε γιὰ μᾶς. Αὐτὸς γιὰ νὰ σὲ συμφιλιώση μὲ τὸν Πατέρα δὲν δίστασε νὰ θυσιασθῆ καὶ νὰ χύση τὸ αἷμα Του. Καὶ σὺ γιὰ νὰ συμφιλιωθῆς μὲ τὸν συνάνθρωπό σου οὔτε λέξη θέλεις νὰ πῆς καὶ πρῶτος νὰ τρέξης»;. Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος τὴν μνησικακία τὴν θεωρεῖ ἀπὸ ἀπόψεως κωλύματος γιὰ τὴν θεία Κοινωνία, ὅπως τὴν πορνεία καὶ τὴν βλασφημία: «Ὡς τὸν πορνεύοντα καὶ τὸν βλασφημοῦντα ἀμήχανον (ἀδύνατον) μετασχεῖν τῆς ἱερᾶς Τραπέζης οὕτω τὸν ἐχθρὸν ἔχοντα καὶ μνησικακοῦντα ἀδύνατον ἀπολαῦσαι κοινωνίας ἁγίας˙ καὶ μάλιστα εἰκότως». Τί σημαίνουν ὅλα αὐτά; Ἡ θεία Κοινωνία δὲν εἶναι γιὰ τοὺς ἀναμάρτητους. Εἶναι γιὰ τοὺς ἀγωνιστές. Γι’ αὐτοὺς ποὺ πέφτουν καὶ σηκώνονται καὶ ἔχουν ἀνάγκη ἀπὸ ἐνίσχυση. Εἶναι γιὰ τοὺς τραυματίες ποὺ ἔχασαν αἷμα καὶ ἔχουν ἀνάγκη ἀπὸ μετάγγιση, γιὰ νὰ συνεχίσουν τὴν ἀγωνιστικὴ πορεία τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου