Τρίτη 25 Φεβρουαρίου 2020

«Καί οἷς ἐπίστασαι κρίμασι, σῶ­σόν με τόν ἀνάξιον δοῦλόν σου»


«Καί οἷς ἐπίστασαι κρίμασι, σῶ­σόν με τόν ἀνάξιον δοῦλόν σου».
Ψάλαμε, ἀδελφοί μου, καί ἀπόψε τήν Ἀκολουθία τοῦ Μεγάλου Ἀπο­δείπνου, μία ἀπό τίς πολλές κα­τα­νυκτικές ἀκο­λουθίες πού ὅρισε ἡ Ἐκκλησία μας νά ψάλλονται κατά τήν πε­ρί­ο­δο τῆς Ἁγίας καί Μεγά­λης Τεσ­σα­ρα­κοστῆς, καί ἡ ὁποία μᾶς ὑπενθυμίζει τήν ἀνάγκη τῆς μετανοίας ἀλλά καί τῆς ἐξομο­λο­γήσεως τῆς ἁμαρ­τω­λότητός μας ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, προκειμένου νά κερδίσουμε τή σωτηρία μας.

Ὅμως ἡ σωτηρία δέν εἶναι κάτι τό ὁποῖο μποροῦμε νά ἐπιτύχουμε μόνο μέ τίς δικές μας προσπάθειες, μέ τόν δικό μας ἀγώνα ἤ μέ τά κα­λά ἔργα καί τίς ἀρετές μας. Γιά τή σωτηρία μας εἶναι ἀπαραίτητη ἡ χάρη καί ἡ βοήθεια τοῦ Θεοῦ, τήν ὁποία καί θά πρέπει νά ζη­τοῦ­με, πα­ράλληλα μέ τήν προσπάθειά μας καί τόν ἀγώ­να μας γι᾽ αὐτήν.
Διότι δέν εἴμαστε μόνο ἐμεῖς πού ἐνδιαφερόμασθε γιά τή σωτηρία μας. Ἐνδιαφέρεται καί ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος «πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καί εἰς ἐπίγνωσιν ἀλη­θεί­ας ἐλθεῖν»· καί γι᾽ αὐτό φροντί­ζει μέ κάθε τρόπο νά μᾶς ὁδη­γήσει στή σωτηρία, ἐφόσον δια­κρί­νει στήν ψυχή μας τή διάθεση καί βλέ­­­πε­ι τήν προσπάθειά μας.
Βεβαίως ὁ Θεός ἔχει τούς δικούς του τρόπους, τούς ὁποίους μπο­ρεῖ ἐμεῖς νά μήν εἴμαστε σέ θέση νά κα­­τα­νοήσουμε, μπορεῖ νά μήν εἴ­μα­στε σέ θέση νά καταλάβουμε τή σκοπιμό­τη­τα τήν ὁποία ἐξυπηρε­τοῦν καί μπορεῖ ἀκόμη νά ἀντι­δροῦ­με καί νά δυσανασχετοῦμε γιά γεγονότα ἤ καταστάσεις πού ἐπιτρέπει ὁ Θε­ός νά ἔρχονται στή ζωή μας προ­­­κειμένου νά μᾶς ὁδη­γήσει στή σω­τηρία, ἀλλά ἐμεῖς δέν τό ἀντι­λαμ­βανόμασθε. Γι᾽ αὐτό καί ὁ ἱερός συγγραφέας τῆς εὐχῆς πού ἀκού­σα­με πρό ὀλίγου παρακαλεῖ τόν Θεό νά μᾶς σώσει μέ τούς τρό­πους πού Ἐκεῖνος γνωρίζει. «Καί οἷς ἐπί­στασαι, κρίμασι σῶ­σόν με τόν ἀνάξιον δοῦλόν σου».
Καί δέν εἶναι παράξενο ὅτι ὁ Θε­ός ἐνεργεῖ μέ τρόπους πού ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι δέν μποροῦμε νά κατα­νοήσουμε. Διότι ἡ δική μας λογική καί ὁ δικός μας νοῦς εἶναι πεπε­ρα­σμένος, ἐνῶ οἱ βουλές τοῦ Θεοῦ, οἱ σκέψεις καί τά σχέδιά του εἶναι ἀνεξερεύνητα καί ἀπροσπέλαστα γιά τήν ἀνθρώπινη λογική. Ὄχι μό­νο γιατί ὁ Θεός εἶναι πάνσοφος καί γνωρίζει τό παρόν καί τό μέλ­λον, τά ἄδηλα καί τά κρύφια τῶν καρδιῶν μας, ὥστε νά μπορεῖ νά σχεδιάζει μέ τόν δικό του τρόπο ὅ,τι εἶναι ὠφέλιμο καί σωτήριο γιά μᾶς, ἀλλά καί ἐπιπλέον, γιατί θέλει νά δοκιμάσει καί τήν πίστη μας καί τήν ἐμπιστοσύνη μας σέ Αὐτόν. Θέλει νά δεῖ, ἐάν εἴμαστε διατε­θει­μένοι νά ἀφήσουμε «ἑαυ­τούς καί ἀλλήλους καί πᾶσαν τήν ζωήν ἡμῶν» στά χέρια του καί στήν ἀγάπη του, χωρίς νά ἐξερευ­νοῦμε μέ περιέργεια τά σχέδιά του· θέλει ὅμως ἀκόμη καί κάποιες φο­ρές μέ ὅσα ἐπιτρέπει νά συμ­βαί­νουν νά μᾶς ἀφυπνίσει, νά μᾶς κά­νει νά ἔρ­θου­με σέ ἐγρήγορση, νά στρα­φοῦμε πρός Αὐτόν περισσό­τερο, νά ἐν­δια­φερθοῦμε περισσό­τερο γιά τήν ψυχή μας καί τή σω­τηρία της.
Καί ἕνα τέτοιο γεγονός ζοῦμε αὐ­τές τίς ἡμέρες στήν περιοχή μας, ἐδῶ στόν Σχοινά, μέ τήν ἄρρητη εὐ­ωδία πού ἐμφανίσθηκε ἀπό τήν περασμένη Κυριακή σέ ἕνα σημεῖο ὅπου δέν ὑπάρχει κάτι ἐμφανές ἀπό τό ὁποῖο νά προέρχεται ἡ εὐ­ω­­δία αὐτή, πίσω ἀπό τό ἱερό βῆμα τοῦ ναοῦ τῆς ἁγίας Εἰρήνης Χρυσοβαλάντου
Εἶναι φυσικό, βεβαίως, ὅλοι νά θέ­λουμε νά διαπιστώσουμε ἀπό ποῦ προέρχεται καί σέ τί ὀφεί­λε­ται, ἀλλά δέν θά πρέπει οὔτε νά βιαζόμαστε, οὔτε νά ὑπερβάλ­λου­με, οὔτε νά ἀπιστοῦμε, οὔτε νά τό ἀντιμετωπίζουμε μέ περιέργεια καί μόνο ἀν­­θρώπινη.
Ἀσφαλῶς εἶναι κάτι ἀσυνήθιστο καί παράξενο, τήν αἰτία τοῦ ὁ­ποίου ὅλοι θά θέλαμε νά πληρο­φο­­ρηθοῦμε. Θά πρέπει ὅμως νά ἔχουμε καί ὑπομονή καί ἐμπι­στο­σύνη στόν Θεό.
Ἐκεῖνος θά δείξει, ὅταν κρίνει ὅτι εἶναι ἡ ὥρα καί μέ τόν τρόπο πού θά κρίνει, ἀπό ποῦ προέρχεται ἡ εὐωδία καί τί δη­λώ­νει. Δέν ἀπο­κλείεται βεβαίως νά μήν ἀποκα­λυ­φθεῖ τώρα ἤ νά ἐξαφανισθεῖ ἡ εὐωδία γιά λόγους πού ὁ Θεός κρί­νει. Ἐμεῖς δέν μπο­ροῦμε οὔτε νά ἐκβιάζουμε τόν Θεό νά μᾶς ἀποκα­λύψει οὔτε νά παρα­συ­ρόμασθε σέ ἑρμηνεῖες καί ἀνα­λύσεις γιά θέ­ματα πού δέν γνω­ρί­ζουμε καί δέν κατέχουμε.
Ἄς ἀξιοποιήσουμε αὐτή τήν εὐ­και­­­ρία ὡς μία πνευματική εὐκαι­ρία πού μᾶς προσφέρει ὁ Θεός γιά τή σωτηρία μας. Ἄς τήν ἀξιο­ποι­ή­σουμε ὡς μία εὐκαιρία προσευχῆς αὐτή τήν κατανυκτική περίοδο, καί ἄς τόν παρακαλέσουμε, ἄν τό κρίνει, νά μᾶς ἀποκαλύψει τήν αἰ­τία αὐτῆς τῆς εὐωδίας.

Ἄς ἔχουμε ὅμως πάνω ἀπό ὅλα ὑπομονή καί ἐμπιστοσύνη στόν Θεό, καί ἄς προσπαθοῦμε μέ τόν προ­σω­πικό μας ἀγώνα, μέ τή με­τά­νοιά μας, μέ τά καλά μας ἔργα καί τίς ἀρετές πού προσπαθοῦμε νά καλλιερ­γή­σου­με στήν ψυχή μας, νά τοῦ ἀντι­προ­σφέ­ρουμε «εὐ­ωδία πνευματική», ἀναμένο­ντας μέ τα­πεί­νωση ὅ,τι ὁ Θεός ἐπι­τρέ­ψει νά μᾶς δείξει καί σέ αὐτήν τήν περί­πτωση.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...