Αφού δεν έρχεται κανείς, μήπως να πάμε
εμείς; Κάποιος πρέπει να σπάσει τούτη τη φρικτή σιωπή, να θρυμματίσει τη βαριά ακινησία
και την αφόρητη αμιλησιά. Αβίωτος ο βίος στη χώρα του τίποτα και του κανενός. Μήπως
είναι καιρός να γίνουμε κι εμείς απεσταλμένοι; Τετριμμένοι και πανελάχιστοι «απόστολοι»
στην έρημο των αλάλων προσδοκώντων; Να πάμε, αλλά και να μην πάμε. Να πάμε, αφού
πρώτα έρθει ο Ερχόμενος στην καρδιά. Αν δεν έρθει Αυτός, κανείς μας δεν πρέπει
να πάει πουθενά, κανείς μας δεν πρέπει να πει ή να κάνει τίποτα. Το μεγαλύτερο
κενό είναι αυτό που φτιάχνουν οι κενοί με τους κενούς. Οι πρώτοι κενοί είναι οι
πρωταίτιοι και οι φταίχτες, γιατί είναι οι αλαζόνες: δεν κατάλαβαν ποτέ τα όριά
τους, δεν ένιωσαν καμιά καρδιά στη φιλόθρησκη ζωή τους, δεν έλαβαν προσωπικά το
μεγάλο θεόσταλτο «ΟΚ» για να εμφανιστούν, να καταλάβουν και μετά να μιλήσουν. Οι
δεύτεροι κενοί είναι οι γραφικοί συμφταίχτες: αυτοί που αυτοπαραχωρήθηκαν στο
σβησμό της αγνωσίας και της απόγνωσης που έφερε η έλλειψη της αγάπης ή η παρουσία της ψευδαγάπης τους. Κάθε άνθρωπος είναι κι ένα μυστήριο, ένας πόνος, μια
δίψα, μια χαρμονή, ένα κράμα, ένα μεγαλείο, μια μικρότητα, ένα έτσι, ένα αλλιώς,
απροσδιόριστος σε προσδιορισμούς, χαμένος στις γενικεύσεις, ορατός μέσα από
συγκεκριμενοποιήσεις. Η κατηχησιολογία, η εδαφιολογία και η πατρολογία, δίχως
τον αυτοσεβασμό και το σεβασμό που σου παρέχουν εκλεκτά βιώματα
πνευματικότητας, είναι από προπέτεια, φενάκη, εμμονή μέχρι και έγκλημα. Ποιος
έχει μιλήσει ποτέ για το θρησκευτικό bulling; Να είμαστε ερωτευμένοι
με την πραγματική παράδοση της αληθινής πνευματικότητας· από τα πράγματα και
όχι από τις θεωρίες ερωτευμένοι με τον Θεό και τον πλησίον. Να γίνουμε ωραίοι «αποστολικοί»
άνθρωποι: αυτοί που, από διάκριση και συναίσθηση, δεν είναι και δεν θέλουν να
είναι αυτόκλητοι και εγώκλητοι, αλλά αισθαντικά χριστόκλητοι· αυτοί που έμαθαν με
συλλαβιστή δίψα την αλήθεια της ζωής και την μετέτρεψαν φιλότιμα σε παράκληση
προς τους άλλους· αυτοί που η αγάπη τους δεν μοιάζει με συρματοπλέγματα κατοχής
που κατασκευάζουν οι θεωρίες και οι απολυτοσύνες. Καμία σχέση με
ιεραποστολικούς αυτοσχεδιασμούς, με προτεσταντικές εξάρσεις και οίστρους, με
σχέδια και εκστρατείες σεκτών. Τέλος πάντων, οι καρδιές γυρεύουν έναν άνθρωπο
να βρουν σ’ αυτή τη ζωή. Αν αυτός ο άνθρωπος δεν έχει χριστοαποστολική χάρη, θα
είναι από μόνος του ένα κηρυγματικό φιάσκο, μια λεπίδα του «Μπλα–Μπλα» που θα
κόβει και θα σφάζει, μια αραχνιασμένη κασέτα που θα πλήττει με το βαρετό της περιεχόμενο,
ένας άσχημος, μηχανικός, ρομποτικός λόγος που δεν πληροφορεί, δεν ευεργετεί και
δεν ωφελεί κανέναν. Καμιά χάρη και καμιά σαγήνη δεν επιτελείται, μόνο απώθηση
και απαρέσκεια. Η αγάπη στα στέρνα και ο τρόπος της παράκλησης βρίσκονται στη
χάρη της αλήθειας, που πρέπει να λάβεις για να ζήσεις και για να μεταδόσεις χωρίς
να το γνωρίζεις και να το επιχειρήσεις καν, απλά γίνεται απίεστα, ελεύθερα,
ακαλούπωτα, βιωματικά, τάχα από σένα, αλλά στην ουσία από τον Θεό. Περίμενε και
μέριασε, αν δεν έχεις δίψα, καημό, πόνο και πόθο. Παρ’ το χαμπάρι: κανείς δεν σε
θέλει και κανένας δεν γυρεύει εσένα. Όλοι όμως θέλουν έναν και γυρεύουν εκείνον
που έχει τη χάρη της αντίληψης, έναν που να στείλει επιτέλους ο Θεός. Όποιος
όμως αποστέλλεται πραγματικά, έχει τη χάρη, έχει την ικάνωση, έχει και το
πλήρωμα. Εγώ, εσύ, εσείς, εμείς, πού πάμε κάθε λίγο και λιγάκι και σε ποιους
πάμε και γιατί πάμε, αν δεν μας έστειλε κανείς, αν έστω δεν μας έστειλε κανείς
καλώντας μας; Το είπαμε κι άλλη φορά: το επίθετο της κόλασης είναι η μοναξιά.
Και η μοναξιά είναι η πρωτεύουσα της απιστίας. Και την απιστία τη λειώνει το
φως του μέγα Ήλιου –του Χριστού– που πρέπει να δούμε παρά τη φυσική μας
τυφλότητα. Αν δούμε, ας ακούσουμε τι Αυτός θα μας λαλήσει. Κι αν ακούσουμε, ας
ζήσουμε. Κι αν ζήσουμε, ας γίνουμε. Απεσταλμένοι ή καλεσμένοι. Κι ας μη πάμε
πουθενά με το κάρο του σώματος. Η καρδιά μπορεί να κάνει τα πάντα, αν νιώσει
ότι αποστέλλεται ή προσκαλείται, αν νιώσει ότι αποστέλλεται κάποιος προς αυτήν, ανταποκρινόμενος στα μύχια υπαρξιακά και πνευματικά της αιτήματα.
Και οι καρδιές που παραδίδονται στη χάρη, είναι πάντα αυτές που αισθάνονται πλήρως
ενώπιόν τους το καθαρό μυστήριο της Εκκλησίας και των προσώπων που στέλνονται
μοναδικά προς αυτούς, από Θεού. Μυστήριο Χριστού με αποστολική ευπρέπεια και
ενάργεια. Που έρχεται για ν’ αφανίσει τη νύχτα του πόνου, την καταχνιά των
λογισμών, των ιδεών και των πλανών μας. Αλλά το θέμα είναι να σταλείς, να
αποσταλούμε ή έστω να προσκληθούμε, για να πάμε. Ως άλλοι μικροαπόστολοι στην
ανεμόδαρτη και αγριωπή στέπα του κόσμου…
π.
Δαμιανός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου