«ΛΟΓΟΙ ΚΑΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΕΣ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ»
“Ἀπό τό Γεροντικό”
Εἶπε ἕνας γέροντας:
«Ἄν πέσεις σέ κάποια ἁμαρτία καί ἐπιστρέψεις ἀπό αὐτήν καί ἀρχίσεις νά ζεῖς μέ λύπη καί μετάνοια, πρόσεξε νά μήν πάψεις νά λυπᾶσαι καί νά στενάζεις μπροστά στόν Κύριο ὥς τή μέρα τοῦ θανάτου σου. Διαφορετικά, γρήγορα θά ξαναπέσεις στόν ἴδιο λάκκο. Γιατί ἡ λύπη, ὅταν εἶναι ὅπως τή θέλει ὁ Θεός, εἶναι χαλινάρι τῆς ψυχῆς καί δέν τήν ἀφήνει νά πέσει».
«Ἄν πέσεις σέ κάποια ἁμαρτία καί ἐπιστρέψεις ἀπό αὐτήν καί ἀρχίσεις νά ζεῖς μέ λύπη καί μετάνοια, πρόσεξε νά μήν πάψεις νά λυπᾶσαι καί νά στενάζεις μπροστά στόν Κύριο ὥς τή μέρα τοῦ θανάτου σου. Διαφορετικά, γρήγορα θά ξαναπέσεις στόν ἴδιο λάκκο. Γιατί ἡ λύπη, ὅταν εἶναι ὅπως τή θέλει ὁ Θεός, εἶναι χαλινάρι τῆς ψυχῆς καί δέν τήν ἀφήνει νά πέσει».
Ὁ ἀββάς Δανιήλ ἔλεγε γά τόν ἀββά Ἀρσένιο ὅτι τό νερό, στό ὁποῖο μούσκευε τούς φοινικοβλαστούς, τό ἄλλαζε μόνο μία φορά τόν χρόνο, καί μόνο πρόσθετε σέ αὐτό, ὅποτε λιγόστευε· γιατί εἶχε ὡς ἐργόχειρο τό πλέξιμο σχοινιῶν καί πάντοτε ἐργαζόταν ὥς τό μεσημέρι· καί τό νερό, καθώς δέν ἀλλαζόταν, βρωμοῦσε πολύ.
Οἱ γέροντες πού τόν ἐπισκέπτονταν, τόν παρακάλεσαν νά τούς πεῖ γιά ποιόν λόγο δέν ἀλλάζει τό νερό τῶν φοινικοβλαστῶν, ἀλλά ὑποφέρει τήν τόση βρώμα· καί ὁ γέροντας ἀποκρίθηκε:
«Γιά τά θυμιάματα καί τά ἀρώματα πού ἀπόλαυσα στόν κόσμο, χρειάζεται τώρα νά ὑποφέρω αὐτή τή βρώμα».
Ἔτσι καί ἐμεῖς ἄς φροντίζουμε νά θεραπεύουμε τά ἀντίθετα μέ τά ἀντίθετα, καί ἄς ἀγωνιζόμαστε μέ τίς κατάλληλες κακουχίες.
Ὁ ἀββάς Θεόδωρος τῆς Φέρμης εἶπε ὅτι ὁ ἄνθρωπος πού βρίσκεται σέ κατάσταση μετάνοιας δέν δεσμεύεται ἀπό ἐντολή. Δηλαδή, ὅποιος μετανοεῖ μέ γνήσιο τρόπο, ἄν θέλει νά κάνει κάτι περισσότερο ἀπό ὅσα ὁρίζει ἡ ἐντολή, τίποτε δέν τόν ἐμποδίζει. Λέγοντας ἐντολή δέν ἐννοεῖ μία, ἀλλά ὅλες τίς ἐντολές πού θέσπισε τό ἅγιο Πνεῦμα στήν Ἐκκλησία, ὅπως ἐπίσης καί τήν εἰδική ἐντολή πού ἴσως πῆρε ἀπό κάποιον πνευματικό πατέρα.
Δύο ἀδελφοί πού πολεμήθηκαν ἀπό τόν δαίμονα, ἔφυγαν καί πῆραν γυναῖκες. Ἔπειτα εἶπαν μεταξύ τους:
«Τί κερδίσαμε πού ἀφήσαμε τήν ἀγγελική ζωή καί ἤρθαμε σέ αὐτή τήν ἀκαθαρσία, γιά τήν ὁποία στό τέλος θά πᾶμε στήν αἰώνια φωτιά καί στίς ἀτέλειωτες τιμωρίες; Ἄς γυρίσουμε λοιπόν πάλι στήν ἔρημο καί ἄς μετανοήσουμε».
Γύρισαν πίσω λοιπόν καί, ἀφοῦ ἐξομολογήθηκαν ὅσα ἔκαναν, παρακάλεσαν τούς γέροντες νά τούς βάλουν κανόνα. Καί οἱ γέροντες πρόσταξαν νά κλειστοῦν καί οἱ δύο γιά ἕναν χρόνο καί νά δίνουν καί στούς δύο ἐξίσου μόνο ψωμί καί νερό· ἐπίσης οἱ δύο ἔμοιαζαν καί σωματικά.
Ὅταν συμπληρώθηκε ἡ περίοδος τῆς μετάνοιας, βγῆκαν οἱ ἀδελφοί ἀπό τόν ἐγκλεισμό καί τούς εἶδαν οἱ πατέρες· ὁ ἕνας ἦταν χλωμός, σκυθρωπός καί πολύ ἀδύνατος, ἀνω ὁ ἄλλος πρόσχαρος καί ζωήρός. Καί ἀπόρησαν, πῶς ἐνῶ ἔπαιρναν τήν ἴδια τροφή καί ἦταν καί οἱ δύο κλεισμένοι, εἶχαν τόσο μεγάλη διαφορά στή μορφή. Ρώτησαν λοιπόν τόν σκυθρωπό:
«Τί λογισμούς μελετοῦσες ὅσο ἤσουν κλεισμένος στό κελλί;»
Καί αὐτός εἶπε:
«Συλογιζόμουν ἀδιάκοπα τίς ἁμαρτίες πού ἔκανα καί τήν κόλαση ὅπου θά πήγαινα· καί ἀπό τόν φόβο μου ἔμεινα πετσί καί κόκκαλο1».
Ρώτησαν τότε καί τόν ἄλλον, τί σκεφτόταν στό κελλί του, καί τούς ἀποκρίθηκε:
«Εὐχαριστοῦσα τόν Θεό πού δέν μέ ἄφησε νά πεθάνω ἀπό στήν ἁμαρτία, ἀλλά μέ γλύτωσε ἀπό τήν ἀκαθαρσία τοῦ κόσμου καί ἀπό τήν κόλαση καί μέ ἔφερε σέ αὐτή τήν ἀγγελική ζωή. Καί καθώς θυμόμουν τόν Θεό, εἶχα πολλή χαρά2».
Καί εἶπαν οἱ γέροντες ὅτι καί τῶν δύο ἡ μετάνοια ἔχει ἴδια ἀξία γιά τόν Θεό.
Τέλος καί τῇ Τρισηλίῳ Θεότητι κράτος, αἶνος καί δόξα εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Ἀμήν.
Ἀμήν.
Εὐεργετινός τόμος α΄
Ἐκδόσεις: « ΤΟ ΠΕΡΙΒΟΛΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ »
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου