Πρὸς Ρωμαίους Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
5:1-11
Ἀδελφοί, δικαιωθέντες ἐκ πίστεως εἰρήνην ἔχομεν πρὸς τὸν
Θεὸν διὰ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, δι΄ οὗ καὶ τὴν προσαγωγὴν ἐσχήκαμεν τῇ
πίστει εἰς τὴν χάριν ταύτην ἐν ᾗ ἑστήκαμεν, καὶ καυχώμεθα ἐπ΄ ἐλπίδι τῆς δόξης
τοῦ Θεοῦ. Οὐ μόνον δέ, ἀλλὰ καὶ καυχώμεθα ἐν ταῖς θλίψεσιν, εἰδότες ὅτι ἡ
θλῖψις ὑπομονὴν κατεργάζεται, ἡ δὲ ὑπομονὴ δοκιμήν, ἡ δὲ δοκιμὴ ἐλπίδα·
ἡ δὲ
ἐλπὶς οὐ καταισχύνει, ὅτι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἐκκέχυται ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν διὰ
Πνεύματος ἁγίου τοῦ δοθέντος ἡμῖν· ἔτι γὰρ Χριστὸς ὄντων ἡμῶν ἀσθενῶν ἔτι κατὰ
καιρὸν ὑπὲρ ἀσεβῶν ἀπέθανεν. Μόλις γὰρ ὑπὲρ δικαίου τις ἀποθανεῖται· ὑπὲρ γὰρ
τοῦ ἀγαθοῦ τάχα τις καὶ τολμᾷ ἀποθανεῖν· συνίστησιν δὲ τὴν ἑαυτοῦ ἀγάπην εἰς
ἡμᾶς ὁ Θεὸς ὅτι ἔτι ἁμαρτωλῶν ὄντων ἡμῶν Χριστὸς ὑπὲρ ἡμῶν ἀπέθανεν. Πολλῷ οὖν
μᾶλλον δικαιωθέντες νῦν ἐν τῷ αἵματι αὐτοῦ σωθησόμεθα δι΄ αὐτοῦ ἀπὸ τῆς ὀργῆς.
Εἰ γὰρ ἐχθροὶ ὄντες κατηλλάγημεν τῷ Θεῷ διὰ τοῦ θανάτου τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ, πολλῷ
μᾶλλον καταλλαγέντες σωθησόμεθα ἐν τῇ ζωῇ αὐτοῦ.
ΑΠΟΔΟΣΗ
Δικαιωθήκαμε λοιπόν από την πίστη, και έχουμε ειρήνη με το Θεό μέσω του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, 2 μέσω του οποίου έχουμε και την είσοδο με την πίστη στη χάρη αυτή στην οποία έχουμε σταθεί. και καυχιόμαστε για την ελπίδα της δόξας του Θεού. 3 Και όχι μόνο αυτό, αλλά και καυχιόμαστε μέσα στις θλίψεις, ξέροντας ότι η θλίψη κατεργάζεται υπομονή, 4 και η υπομονή δοκιμασμένο χαρακτήρα, και ο δοκιμασμένος χαρακτήρας ελπίδα. 5 Και η ελπίδα δεν καταντροπιάζει, γιατί η αγάπη του Θεού έχει ξεχυθεί στις καρδιές μας με το Πνεύμα το Άγιο που μας δόθηκε. 6 Ακόμη γιατί, ενώ εμείς ήμασταν ακόμη ασθενείς, ο Χριστός κατά τον κατάλληλο καιρό πέθανε υπέρ των ασεβών. 7 Γιατί μόλις και μετά βίας υπέρ ενός δικαίου κανείς θα πεθάνει. Επειδή για τον αγαθό άνθρωπο ίσως κανείς και τολμά να πεθάνει. 8 Ο Θεός, όμως, δείχνει τη δική του αγάπη σ’ εμάς με το ότι, ενώ ήμασταν ακόμη αμαρτωλοί, ο Χριστός πέθανε για χάρη μας. 9 Πολύ περισσότερο, λοιπόν, τώρα που δικαιωθήκαμε με το αίμα του θα σωθούμε μέσω αυτού από την οργή. 10 Γιατί αν, όταν ήμασταν εχθροί, συμφιλιωθήκαμε με το Θεό μέσω του θανάτου του Υιού του, πολύ περισσότερο, αφού συμφιλιωθήκαμε, θα σωθούμε με τη ζωή του. 11 Και όχι μόνο αυτό, αλλά και καυχιόμαστε για το Θεό μέσω του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, μέσω του οποίου τώρα λάβαμε τη συμφιλίωση.
ΚΥΡΙΑΚῌ ΤΡΙΤῌ
Ἐκ τοῦ κατὰ Ματθαῖον, στ’ 22 - 33
Εἶπεν ὁ Κύριος· Ὁ λύχνος τοῦ σώματός ἐστιν ὁ ὀφθαλμός·
ἐὰν οὖν ὁ ὀφθαλμός σου ἁπλοῦς ᾖ, ὅλον τὸ σῶμά σου φωτεινὸν ἔσται· ἐὰν δὲ ὁ
ὀφθαλμός σου πονηρὸς ᾖ, ὅλον τὸ σῶμά σου σκοτεινὸν ἔσται. εἰ οὖν τὸ φῶς τὸ ἐν
σοὶ σκότος ἐστί, τὸ σκότος πόσον; Οὐδεὶς δύναται δυσὶ κυρίοις δουλεύειν· ἢ γὰρ
τὸν ἕνα μισήσει καὶ τὸν ἕτερον ἀγαπήσει, ἢ ἑνὸς ἀνθέξεται καὶ τοῦ ἑτέρου
καταφρονήσει· οὐ δύνασθε Θεῷ δουλεύειν καὶ μαμωνᾷ. Διὰ τοῦτο λέγω ὑμῖν, μὴ
μεριμνᾶτε τῇ ψυχῇ ὑμῶν τί φάγητε καὶ τί πίητε, μηδὲ τῷ σώματι ὑμῶν τί
ἐνδύσησθε· οὐχὶ ἡ ψυχὴ πλεῖόν ἐστιν τῆς τροφῆς καὶ τὸ σῶμα τοῦ ἐνδύματος;
ἐμβλέψατε εἰς τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ, ὅτι οὐ σπείρουσιν οὐδὲ θερίζουσιν οὐδὲ
συνάγουσιν εἰς ἀποθήκας, καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος τρέφει αὐτά· οὐχ ὑμεῖς
μᾶλλον διαφέρετε αὐτῶν; τίς δὲ ἐξ ὑμῶν μεριμνῶν δύναται προσθεῖναι ἐπὶ τὴν
ἡλικίαν αὐτοῦ πῆχυν ἕνα; καὶ περὶ ἐνδύματος τί μεριμνᾶτε; καταμάθετε τὰ κρίνα
τοῦ ἀγροῦ πῶς αὐξάνει· οὐ κοπιᾷ οὐδὲ νήθει· λέγω δὲ ὑμῖν ὅτι οὐδὲ Σολομὼν ἐν
πάσῃ τῇ δόξῃ αὐτοῦ περιεβάλετο ὡς ἓν τούτων. Εἰ δὲ τὸν χόρτον τοῦ ἀγροῦ,
σήμερον ὄντα καὶ αὔριον εἰς κλίβανον βαλλόμενον, ὁ Θεὸς οὕτως ἀμφιέννυσιν, οὐ
πολλῷ μᾶλλον ὑμᾶς, ὀλιγόπιστοι; μὴ οὖν μεριμνήσητε λέγοντες, τί φάγωμεν ἤ τί
πίωμεν ἤ τί περιβαλώμεθα; πάντα γὰρ ταῦτα τὰ ἔθνη ἐπιζητεῖ· οἶδεν γὰρ ὁ πατὴρ
ὑμῶν ὁ οὐράνιος ὅτι χρῄζετε τούτων ἁπάντων. ζητεῖτε δὲ πρῶτον τὴν βασιλείαν τοῦ
Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν.
ΑΠΟΔΟΣΗ
22 «Ο λύχνος του σώματος είναι ο οφθαλμός. Αν λοιπόν είναι ο οφθαλμός σου γενναιόδωρος, όλο το σώμα σου θα είναι φωτεινό. 23 Αν όμως ο οφθαλμός σου είναι φιλάργυρος, όλο το σώμα σου θα είναι σκοτεινό. Αν λοιπόν το φως που βρίσκεται μέσα σου είναι σκοτάδι, πόσο μεγάλο θα είναι το σκοτάδι!» 24 «Κανείς δε δύναται σε δύο κυρίους να υπηρετεί ως δούλος. Γιατί ή τον ένα θα μισήσει και τον άλλο θα αγαπήσει, ή στον ένα θα προσκολληθεί και τον άλλο θα καταφρονήσει. Δε δύναστε να υπηρετείτε ως δούλοι στο Θεό και στο Μαμμωνά». 25 «Γι’ αυτό σας λέω: μη μεριμνάτε για τη ζωή σας, τι θα φάτε ή τι θα πιείτε, μήτε για το σώμα σας τι θα ντυθείτε. Η ζωή δεν είναι πιο πολύ από την τροφή και το σώμα από το ένδυμα; 26 Παρατηρήστε τα πετεινά του ουρανού, γιατί δε σπέρνουν ούτε θερίζουν ούτε συνάγουν σε αποθήκες, και όμως ο Πατέρας σας ο ουράνιος τα τρέφει. Εσείς δε διαφέρετε περισσότερο από αυτά; 27 Και ποιος από εσάς μεριμνώντας δύναται να προσθέσει στο ανάστημά του έναν πήχη; 28 Και για ένδυμα τι μεριμνάτε; Μάθετε ακριβώς πώς αυξάνουν τα κρίνα του αγρού: δεν κοπιάζουν ούτε γνέθουν. 29 Σας λέω όμως ότι ούτε ο Σολομώντας με όλη τη δόξα του δεν ντύθηκε όπως ένα από αυτά. 30 Αν λοιπόν το χορτάρι του αγρού, που σήμερα υπάρχει και αύριο ρίχνεται στο φούρνο, ο Θεός έτσι το ντύνει, δε θα ντύσει πολύ περισσότερο εσάς ολιγόπιστοι; 31 Μη λοιπόν μεριμνήσετε λέγοντας: “Τι θα φάμε”; ή “Τι θα πιούμε”; ή “Τι θα ντυθούμε”; 32 Γιατί όλα αυτά τα επιζητούν οι εθνικοί. Ξέρει βέβαια ο Πατέρας σας ο ουράνιος ότι χρειάζεστε όλα αυτά. 33 Αλλά ζητάτε πρώτα τη βασιλεία του Θεού και τη δικαιοσύνη του και όλα αυτά θα σας προστεθούν. |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου