Ἀδελφοί μου, θέλω νά σᾶς μιλήσω γιά κεῖνα τά πράγματα πού συμβάλλουν στήν ὠφέλεια τῆς ψυχῆς, καί ντρέπομαι τήν ἀγάπη σας, γνωρίζοντας τήν ἀναξιότητά μου. Θά προτιμοῦσα νά σιωπήσω, γιατί δέν τολμῶ νά σηκώσω τά μάτια μου καί ν’ ἀντικρύσω πρόσωπο ἀνθρώπου. Ἡ συνείδησή μου μέ κατακρίνει, καί μέ πληροφορεῖ πώς εἶμαι ἀνάξιος νά γίνω ὀδηγός σας. Λυπᾶμαι πού προκρίθηκα νά ὁδηγῶ ἐσᾶς ἐγώ ὁ ταπεινός, ἐγώ πού εἶμαι κατώτερος ἀπ’ ὅλους σας καί δέν ἔχω λόγο «μεμαρτυρημένο» ἀπό τίς πράξεις μου καί τήν πολιτεία μου.
Γνωρίζω καλά πώς ὁ Κύριος δέν μακαρίζει ὅποιον διδάσκει μόνο, μά ὅποιον ἐφαρμόζει πρῶτα τίς ἐντολές Του καί ὕστερα διδάσκει. «Ὁ ποιήσας καί διδάξας» λέγει, «μέγας κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν». Γιατί μόνον ὅσοι ἀκοῦνε ἕνα τέτοιο δάσκαλο, προθυμοποιοῦνται νά τόν μιμηθοῦν. Καί δέν ὠφελοῦνται ἀπό τά λόγια του τόσο, ὅσο παρακινοῦνται ἀπό τά καλά του ἔργα. Σᾶς παρακαλῶ ὅμως, νά μή βλέπετε τή δική μου ραθυμία, ἀλλά ν’ ἀκοῦτε τά προστάγματα τοῦ Θεοῦ καί τίς ὑποθῆκες τῶν ἁγίων Πατέρων. Γιατί οἱ θεοφώτιστοι Πατέρες μας δέν ἔγραφαν καμιά ἐντολή, ἄν πρῶτα δέν τήν ἐφάρμοζαν. Οἱ ἐντολές λοιπόν τοῦ Κυρίου εἶναι ἕνας δρόμος, πού μᾶς ἀνεβάζει ὅλους στόν οὐρανό, μᾶς ὁδηγεῖ στόν Θεό. Πολλοί εἶναι οἱ δρόμοι καί οἱ τρόποι, πού φέρνουν τόν ἄνθρωπο στή βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Ἤ μᾶλλον οἱ δρόμοι αὐτοί φαίνονται πολλοί ἀλλά στήν πραγματικότητα εἶναι ἕνας, πού χωρίζεται σέ πολλούς,ἀνάλογα μέ τή δύναμη καί τήν προαίρεση τοῦ καθενός. Λέγοντας δρόμους, ἐννοοῦμε τίς πνευματικές ἀρετές. Προπαντός τίς τρεῖς μεγάλες ἀρετές, τήν πίστη, τήν ἐλπίδα καί τήν ἀγάπη, καί ἰδιαίτερα τήν μεγαλύτερη ἀπό ὅλες, τήν ἀγάπη, πού πάνω της θεμελιώθηκαν ἡ πίστη καί ἡ ἐλπίδα. Τά ὀνόματα τῆς ἀγάπης εἶναι πολλά, τά ἔργα της ἐπίσης πολλά, τά γνωρίσματά της περισσότερα καί τά ἰδιώματά της πάμπολλα. Δέν μπορεῖ κανείς νά τήν περιγράψει μέ λόγια. Ὅταν θυμᾶμαι τό κάλλος της, εὐφραίνεται ἡ καρδιά μου, γεμίζω μέ γλυκύτητα καί περιέρχομαι σέ ἔκσταση. Ὄταν τή συλλογίζομαι, χάνω τίς σωματικές μου αἰσθήσεις, βγαίνω τελείως ἀπό τήν παρούσα ζωή καί λησμονῶ τά πράγματατοῦ κόσμου. Καλότυχος εἶν’ ἐκεῖνος, πού ἀγκάλιασε τήν ἀγάπη τή θεϊκή. Αὐτός δέν θά ἐπιθυμήσει μέ ἐμπάθεια κανένα κάλλος ἀνθρώπινο. Εὐτυχισμένος εἶν’ ἐκεῖνος, πού ἐρωτεύθηκε τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, σαγηνεύθηκε ἀπό τήν ὀμορφιά της καί τήν ἀπόλαυσε μέ πολύ πόθο. Αὐτός θ’ ἁγιασθεῖ στήν ψυχή. Καλότυχος καί τρισευτυχισμένος εἶν’ ἐκεῖνος, πού πόθησε μ’ ὅλη του τήν καρδιά τήν ἀγάπη καί ἀλλοιώθηκε ἀπ’ αὐτήν πνευματικά. Αὐτός θά γεμίσει τήν ψυχή του μ’ εὐφροσύνη καί τήν καρδιά του μέχαρά ἀνέκφραστη. Αὐτός πού ἀπέκτησε την ἀγάπη, ἀδιαφορεῖ τελείως γιά τούς θησαυρούς τοῦ κόσμου. Αὐτός γεμίζει μέ τόν πλοῦτο τῆς ἀγάπης, πού εἶναι ἀνεξάντλητος. Μακάριος καί τρισμακάριος αὐτός πού ἐνστερνίσθηκε τήν ἀγάπη. Μολονότι ἐξωτερικά φαίνεται ἄδοξος, στήν πραγματικότητα εἶναι ἐνδοξότερος ἀπ’ ὅλους τούς ἐνδόξους. Ἐπαινετός εἶν’ ἐκεῖνος πού ζήτησε τήν ἀγάπη, ἐπαινετότερος ἐκεῖνος πού τή βρῆκε καί μακαριότερος ἐκεῖνος πού τήν ἀγάπησε. Ὦ ἀγάπη θεία, πού μέσα σου βρίσκεται ὁ Χριστός! Ἄνοιξε καί σέ μᾶς τήν πόρτα σου, γιά νά δοῦμε τόν Χριστό, πού ἔπαθε γιά μᾶς, καί νά ἐλπίσουμε στό ἔλεός Του. Νά Τόν δοῦμε, γιά νά μήν πεθάνουμε πιά. Γέμισε τήν ὕπαρξή μας, γιά νά νοιώσουμε τό μυστήριο τῆς ἔνσαρκης οἰκονομίας τοῦ Χριστοῦ. Ἐσύ πού βίασες τ’ ἀβίαστα καί πλουσιόδωρα σπλάχνα τοῦ Κυρίου μας, γιά νά σηκώσει τίς ἁμαρτίες ὅλων τῶνἀνθρώπων, ἔλα καί στη δική μας ταλαίπωρη ψυχή. Ὦ θεία ἀγάπη, θέλουμε νά σέ γνωρίσουμε καί νά μᾶς γνωρίσεις, γιατί σοῦ εἴμαστε ἄγνωστοι. Κατοίκησε μέσα μας, γιά νά ‘ρθει ὁ Δεσπότης Χριστός νά μᾶς ἐπισκεφθεῖ. Μολονότι εἴμαστε ἀνάξιοι, ἔλα νά μᾶς ἁγιάσεις. Ἀλλά γιά νά σέ νοιώσουμε, πρέπει νά γνωρίσουμε πρῶτα τόν Χριστό. Μόνον σάν προσπέσουμε στ’ ἄχραντα πόδια Του, θά βιώσουμε στή ζωή μας τήν ἀγάπη. Μόνον σάν λυτρωθοῦμε ἀπό τό χρέος τῶνἁμαρτιῶν μας, θ’ ἀρχίσει νά ζεῖ μέσα μας ἡ ἀγάπη. Ἄς βάλουμε λοιπόν μέσα στήν καρδιά μας τήν ἀγάπη, πού εἶναι «ἡ διδάσκαλος τῶν Προφητῶν, ἡ σύνδρομος τῶν Ἀποστόλων, ἡ δύναμις τῶν Μαρτύρων, ἡ ἔμπνευσεις τῶν Πατέρων καί ἡ τελείωσις ὅλων τῶν Ἁγίων». Ἄς μάθουμε νά δουλεύουμε καί νά ὑποτασσόμαστε στόν Χριστό, γιά ν’ ἀρχίσει ν’ ἀνθίζει μέσα στήν ψυχή μας τό λουλούδι τῆς ἀγάπης. Ὁ Χριστός μᾶς ἄνοιξε τό δρόμο, πού πρέπει ν’ ἀκολουθήσουμε γιάνά φτάσουμε στήν ἀγάπη. Ἔγινε φτωχός, γιά νά γίνουμε ἐμεῖς πλούσιοι σέ ψυχικά χαρίσματα. Ἄς συγχωρέσουμε ὁ ἕνας τόν ἄλλον, γιά νά ἀπολαύσουμε τ’ ἀγαθά τοῦ Θεοῦ καί νά δοκιμάσουμε τή γλυκύτητα πού δοκιμάζει ὅποιος ἀκολουθεῖ τόν Θεό τῆς ἀγάπης. Ἐκεῖνος πού δέν ἀγάπησε τόν Χριστό, τρέχει μάταια καί ποτέ δέν πρόκειται νά Τόν φτάσει, ἄν δέν ἀγαπήσει πρῶτα τόν ἀδελφό του. Ἐκεῖνος πού ἔφτασε τήν ἀγάπη, πλησίασε τόν ἴδιο τόν Χριστό, γιατί ἡ ἀγάπη εἶναι τό πλήρωμα τοῦ νόμου Του. Χωρίς ἀγάπη ἡ καρδιά μας εἶναι στείρα καί δέν εὐφραίνεται μέ τά θαυμάσια τοῦ Θεοῦ. Σᾶς παρακαλῶ, λοιπόν νά βιώσετε τήν ἀγάπη καί νά μήν ἀποκάμετε καί σταματήσετε πρίν τή φτάσετε. Γιατί κάθε ἄσκηση καί κάθε πνευματικός ἀγώνας, πού δέν ἔχει στόχο τήν ἀγάπη, εἶναι μάταιος. Δέν εἶναι δυνατόν νά ἀναγνωρισθεῖ κανείς σάν μαθητής του Χριστοῦ μέ ἄλλη ἀρετή ἤ ἐντολή, παρά μόνον μέ τήν ἀγάπη. Τό λέει ὁ ἴδιος ὁ Κύριος: «Ἐν τούτῳ γνώσονται πάντες ὅτι ἐμοί μαθηταί ἐστε, ἐάν ἀγάπηνἔχητε ἐν ἀλλήλοις». Γιά τήν ἀγάπη ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος κι’ ἔζησε ἀνάμεσά μας καί ὑπέμεινε θεληματικά καί φρικτά πάθη, γιά νά ἐλευθερώσει τόν ἄνθρωπο ἀπό τά δεσμά τῆς ἁμαρτίας καί νά τόν ἀνεβάσει στούςοὐρανούς. Γιά τήν ἀγάπη ἔτρεξαν οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι ἐκεῖνον τόν ἀτέλειωτο δρόμο, γιά νά βγάλουν ἀπό τό βυθό τῆς εἰδωλολατρείας καί νά φέρουν στό λιμάνι τῆς οὐράνιας βασιλείας ὁλόκληρη τήν οἰκουμένη, τραβώντας την μέ τ’ ἀγκίστρια καί τά δίχτυα τοῦ Θείου Λόγου. Γιά τήν ἀγάπη θυσίασαν μέ προθυμία τή ζωή τους οἱ θεοφόροι διδάσκαλοι τῆς οἰκουμένης, γιά νά δοξασθεῖ ἡ ΚΑΘΟΛΙΚΗ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ. Ἄς ἀγωνιστοῦμε, λοιπόν, νά εὐαρεστήσουμε τόν Χριστό μέ τήν ἀγάπη. Ὅταν ἀγαπᾶμε τούς ἀνθρώπους καί τόν Θεό, τότε Αὐτός μᾶς προσφέρει τ’ ἀνεκτίμητα δῶρα Του: τήν ΠΙΣΤΗ, τήν ΚΑΘΑΡΟΤΗΤΑκαί τήν ΕΥΛΑΒΕΙΑ. Μᾶς χαρίζει ἀκόμα τήν ΚΑΤΑΝΥΞΗ καί τά ΔΑΚΡΥΑ, πού καθαγιάζουν τήν ψυχή, καί μᾶς γεμίζει μέ ΘΕΙΟ ΦΩΣ καί ΠΝΕΥΜΑ ΑΓΙΟ. Ἁγίου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου
Γνωρίζω καλά πώς ὁ Κύριος δέν μακαρίζει ὅποιον διδάσκει μόνο, μά ὅποιον ἐφαρμόζει πρῶτα τίς ἐντολές Του καί ὕστερα διδάσκει. «Ὁ ποιήσας καί διδάξας» λέγει, «μέγας κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν». Γιατί μόνον ὅσοι ἀκοῦνε ἕνα τέτοιο δάσκαλο, προθυμοποιοῦνται νά τόν μιμηθοῦν. Καί δέν ὠφελοῦνται ἀπό τά λόγια του τόσο, ὅσο παρακινοῦνται ἀπό τά καλά του ἔργα. Σᾶς παρακαλῶ ὅμως, νά μή βλέπετε τή δική μου ραθυμία, ἀλλά ν’ ἀκοῦτε τά προστάγματα τοῦ Θεοῦ καί τίς ὑποθῆκες τῶν ἁγίων Πατέρων. Γιατί οἱ θεοφώτιστοι Πατέρες μας δέν ἔγραφαν καμιά ἐντολή, ἄν πρῶτα δέν τήν ἐφάρμοζαν. Οἱ ἐντολές λοιπόν τοῦ Κυρίου εἶναι ἕνας δρόμος, πού μᾶς ἀνεβάζει ὅλους στόν οὐρανό, μᾶς ὁδηγεῖ στόν Θεό. Πολλοί εἶναι οἱ δρόμοι καί οἱ τρόποι, πού φέρνουν τόν ἄνθρωπο στή βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Ἤ μᾶλλον οἱ δρόμοι αὐτοί φαίνονται πολλοί ἀλλά στήν πραγματικότητα εἶναι ἕνας, πού χωρίζεται σέ πολλούς,ἀνάλογα μέ τή δύναμη καί τήν προαίρεση τοῦ καθενός. Λέγοντας δρόμους, ἐννοοῦμε τίς πνευματικές ἀρετές. Προπαντός τίς τρεῖς μεγάλες ἀρετές, τήν πίστη, τήν ἐλπίδα καί τήν ἀγάπη, καί ἰδιαίτερα τήν μεγαλύτερη ἀπό ὅλες, τήν ἀγάπη, πού πάνω της θεμελιώθηκαν ἡ πίστη καί ἡ ἐλπίδα. Τά ὀνόματα τῆς ἀγάπης εἶναι πολλά, τά ἔργα της ἐπίσης πολλά, τά γνωρίσματά της περισσότερα καί τά ἰδιώματά της πάμπολλα. Δέν μπορεῖ κανείς νά τήν περιγράψει μέ λόγια. Ὅταν θυμᾶμαι τό κάλλος της, εὐφραίνεται ἡ καρδιά μου, γεμίζω μέ γλυκύτητα καί περιέρχομαι σέ ἔκσταση. Ὄταν τή συλλογίζομαι, χάνω τίς σωματικές μου αἰσθήσεις, βγαίνω τελείως ἀπό τήν παρούσα ζωή καί λησμονῶ τά πράγματατοῦ κόσμου. Καλότυχος εἶν’ ἐκεῖνος, πού ἀγκάλιασε τήν ἀγάπη τή θεϊκή. Αὐτός δέν θά ἐπιθυμήσει μέ ἐμπάθεια κανένα κάλλος ἀνθρώπινο. Εὐτυχισμένος εἶν’ ἐκεῖνος, πού ἐρωτεύθηκε τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, σαγηνεύθηκε ἀπό τήν ὀμορφιά της καί τήν ἀπόλαυσε μέ πολύ πόθο. Αὐτός θ’ ἁγιασθεῖ στήν ψυχή. Καλότυχος καί τρισευτυχισμένος εἶν’ ἐκεῖνος, πού πόθησε μ’ ὅλη του τήν καρδιά τήν ἀγάπη καί ἀλλοιώθηκε ἀπ’ αὐτήν πνευματικά. Αὐτός θά γεμίσει τήν ψυχή του μ’ εὐφροσύνη καί τήν καρδιά του μέχαρά ἀνέκφραστη. Αὐτός πού ἀπέκτησε την ἀγάπη, ἀδιαφορεῖ τελείως γιά τούς θησαυρούς τοῦ κόσμου. Αὐτός γεμίζει μέ τόν πλοῦτο τῆς ἀγάπης, πού εἶναι ἀνεξάντλητος. Μακάριος καί τρισμακάριος αὐτός πού ἐνστερνίσθηκε τήν ἀγάπη. Μολονότι ἐξωτερικά φαίνεται ἄδοξος, στήν πραγματικότητα εἶναι ἐνδοξότερος ἀπ’ ὅλους τούς ἐνδόξους. Ἐπαινετός εἶν’ ἐκεῖνος πού ζήτησε τήν ἀγάπη, ἐπαινετότερος ἐκεῖνος πού τή βρῆκε καί μακαριότερος ἐκεῖνος πού τήν ἀγάπησε. Ὦ ἀγάπη θεία, πού μέσα σου βρίσκεται ὁ Χριστός! Ἄνοιξε καί σέ μᾶς τήν πόρτα σου, γιά νά δοῦμε τόν Χριστό, πού ἔπαθε γιά μᾶς, καί νά ἐλπίσουμε στό ἔλεός Του. Νά Τόν δοῦμε, γιά νά μήν πεθάνουμε πιά. Γέμισε τήν ὕπαρξή μας, γιά νά νοιώσουμε τό μυστήριο τῆς ἔνσαρκης οἰκονομίας τοῦ Χριστοῦ. Ἐσύ πού βίασες τ’ ἀβίαστα καί πλουσιόδωρα σπλάχνα τοῦ Κυρίου μας, γιά νά σηκώσει τίς ἁμαρτίες ὅλων τῶνἀνθρώπων, ἔλα καί στη δική μας ταλαίπωρη ψυχή. Ὦ θεία ἀγάπη, θέλουμε νά σέ γνωρίσουμε καί νά μᾶς γνωρίσεις, γιατί σοῦ εἴμαστε ἄγνωστοι. Κατοίκησε μέσα μας, γιά νά ‘ρθει ὁ Δεσπότης Χριστός νά μᾶς ἐπισκεφθεῖ. Μολονότι εἴμαστε ἀνάξιοι, ἔλα νά μᾶς ἁγιάσεις. Ἀλλά γιά νά σέ νοιώσουμε, πρέπει νά γνωρίσουμε πρῶτα τόν Χριστό. Μόνον σάν προσπέσουμε στ’ ἄχραντα πόδια Του, θά βιώσουμε στή ζωή μας τήν ἀγάπη. Μόνον σάν λυτρωθοῦμε ἀπό τό χρέος τῶνἁμαρτιῶν μας, θ’ ἀρχίσει νά ζεῖ μέσα μας ἡ ἀγάπη. Ἄς βάλουμε λοιπόν μέσα στήν καρδιά μας τήν ἀγάπη, πού εἶναι «ἡ διδάσκαλος τῶν Προφητῶν, ἡ σύνδρομος τῶν Ἀποστόλων, ἡ δύναμις τῶν Μαρτύρων, ἡ ἔμπνευσεις τῶν Πατέρων καί ἡ τελείωσις ὅλων τῶν Ἁγίων». Ἄς μάθουμε νά δουλεύουμε καί νά ὑποτασσόμαστε στόν Χριστό, γιά ν’ ἀρχίσει ν’ ἀνθίζει μέσα στήν ψυχή μας τό λουλούδι τῆς ἀγάπης. Ὁ Χριστός μᾶς ἄνοιξε τό δρόμο, πού πρέπει ν’ ἀκολουθήσουμε γιάνά φτάσουμε στήν ἀγάπη. Ἔγινε φτωχός, γιά νά γίνουμε ἐμεῖς πλούσιοι σέ ψυχικά χαρίσματα. Ἄς συγχωρέσουμε ὁ ἕνας τόν ἄλλον, γιά νά ἀπολαύσουμε τ’ ἀγαθά τοῦ Θεοῦ καί νά δοκιμάσουμε τή γλυκύτητα πού δοκιμάζει ὅποιος ἀκολουθεῖ τόν Θεό τῆς ἀγάπης. Ἐκεῖνος πού δέν ἀγάπησε τόν Χριστό, τρέχει μάταια καί ποτέ δέν πρόκειται νά Τόν φτάσει, ἄν δέν ἀγαπήσει πρῶτα τόν ἀδελφό του. Ἐκεῖνος πού ἔφτασε τήν ἀγάπη, πλησίασε τόν ἴδιο τόν Χριστό, γιατί ἡ ἀγάπη εἶναι τό πλήρωμα τοῦ νόμου Του. Χωρίς ἀγάπη ἡ καρδιά μας εἶναι στείρα καί δέν εὐφραίνεται μέ τά θαυμάσια τοῦ Θεοῦ. Σᾶς παρακαλῶ, λοιπόν νά βιώσετε τήν ἀγάπη καί νά μήν ἀποκάμετε καί σταματήσετε πρίν τή φτάσετε. Γιατί κάθε ἄσκηση καί κάθε πνευματικός ἀγώνας, πού δέν ἔχει στόχο τήν ἀγάπη, εἶναι μάταιος. Δέν εἶναι δυνατόν νά ἀναγνωρισθεῖ κανείς σάν μαθητής του Χριστοῦ μέ ἄλλη ἀρετή ἤ ἐντολή, παρά μόνον μέ τήν ἀγάπη. Τό λέει ὁ ἴδιος ὁ Κύριος: «Ἐν τούτῳ γνώσονται πάντες ὅτι ἐμοί μαθηταί ἐστε, ἐάν ἀγάπηνἔχητε ἐν ἀλλήλοις». Γιά τήν ἀγάπη ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος κι’ ἔζησε ἀνάμεσά μας καί ὑπέμεινε θεληματικά καί φρικτά πάθη, γιά νά ἐλευθερώσει τόν ἄνθρωπο ἀπό τά δεσμά τῆς ἁμαρτίας καί νά τόν ἀνεβάσει στούςοὐρανούς. Γιά τήν ἀγάπη ἔτρεξαν οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι ἐκεῖνον τόν ἀτέλειωτο δρόμο, γιά νά βγάλουν ἀπό τό βυθό τῆς εἰδωλολατρείας καί νά φέρουν στό λιμάνι τῆς οὐράνιας βασιλείας ὁλόκληρη τήν οἰκουμένη, τραβώντας την μέ τ’ ἀγκίστρια καί τά δίχτυα τοῦ Θείου Λόγου. Γιά τήν ἀγάπη θυσίασαν μέ προθυμία τή ζωή τους οἱ θεοφόροι διδάσκαλοι τῆς οἰκουμένης, γιά νά δοξασθεῖ ἡ ΚΑΘΟΛΙΚΗ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ. Ἄς ἀγωνιστοῦμε, λοιπόν, νά εὐαρεστήσουμε τόν Χριστό μέ τήν ἀγάπη. Ὅταν ἀγαπᾶμε τούς ἀνθρώπους καί τόν Θεό, τότε Αὐτός μᾶς προσφέρει τ’ ἀνεκτίμητα δῶρα Του: τήν ΠΙΣΤΗ, τήν ΚΑΘΑΡΟΤΗΤΑκαί τήν ΕΥΛΑΒΕΙΑ. Μᾶς χαρίζει ἀκόμα τήν ΚΑΤΑΝΥΞΗ καί τά ΔΑΚΡΥΑ, πού καθαγιάζουν τήν ψυχή, καί μᾶς γεμίζει μέ ΘΕΙΟ ΦΩΣ καί ΠΝΕΥΜΑ ΑΓΙΟ. Ἁγίου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου
Πηγή: «ΑΠΟΣΤΑΓΜΑ ΠΑΤΕΡΙΚΗΣ ΣΟΦΙΑΣ», Ὁσίου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου, ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ, ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου