Αὐτὲς τὶς μέρες τοῦ Πάσχα, ἡ ἐρώτηση τοῦ τίτλου τοῦ τωρινοῦ μας σημειώματος, ἐπανέρχεται σὲ μᾶς ἀπαιτητική, ὅταν, πρῶτο σχεδὸν γεγονὸς μετὰ τὴν ἀνάσταση, συναντᾶμε τὴν ἀπιστία τοῦ Θωμᾶ.
Στὴν ἐρώτηση τοῦ τίτλου ὅλοι μας θεωροῦμε αὐτονόητη τὴν ἀπάντηση ὅτι: ὄχι, ὄντως δὲν ἀγαπᾶμε ὅλους ὅσους γνωρίζουμε. Ὁ Θωμᾶς Τὸν γνώριζε. Ἐμεῖς πολλοὺς γνωρίζουμε. Ἄραγε τί μᾶς κάνει νὰ εἴμαστε θρασεῖς ἰσχυριζόμενοι ὅτι θὰ τὸν πιστέψουμε (ἐμπιστευθοῦμε, ἀγαπήσουμε) μόλις Τὸν δοῦμε;
Ἄραγε «ἀποδείξεις» λείπουν γιὰ τὴν πίστη; Ἄραγε τὸ θαῦμα γεννάει τὴν πίστη; Μπορεῖ κάποιος νὰ ἰσχυριστεῖ βάσιμα ὅτι ἡ ἀγάπη- ἐμπιστοσύνη εἶναι ἀναγκαστικὴ συνεπαγωγὴ κάθε γνωριμίας;
Πολλὰ χρόνια θρησκευτικῆς στρέβλωσης «ἀποδείξεων γιὰ τὴν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ» μᾶς ἔχουν διαστρέψει τὰ αἰσθητήρια καὶ τὰ κριτήρια μὲ τὰ ὁποῖα γνωρίζει κάποιος καὶ δημιουργεῖ σχέση μὲ τὸν Χριστό! Ἡ πίστη πέρασε ὡς ἀποδοχὴ καὶ ὄχι ὡς ἐμπιστοσύνη! Τὸ βάρος δόθηκε στὸ νὰ δεχτεῖ κανεὶς τὴν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ ὄχι στὶς προϋποθέσεις δημιουργίας σχέσεως μαζί Του, λὲς καὶ εἶναι ἀπίθανο νὰ δέχεσαι τὴν ὕπαρξή Του καὶ συγχρόνως νὰ Τὸν μισεῖς. Ξεχάσαμε γρήγορα τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ διάβολος ἔχει μία πολὺ καλὴ γνώση τοῦ Θεοῦ καὶ συγχρόνως τὴν χειρότερη δυνατὴ σχέση μαζί Του.
Ξεχάσαμε ὅτι, πίστη σημαίνει αὐτοπαράδοση-ἐμπιστοσύνη. Πίστη σημαίνει περιπέτεια σχέσεως. Πίστη σημαίνει σκαμπανέβασμα. Πίστη σημαίνει εὐαισθησία στὴ διάκριση ποὺ ὑπάρχει ἀνάμεσα στὴν σκέψη καὶ στὴν ἀμφιβολία. (Ἄλλωστε ὅπως ἔλεγε ὁ Βλ.Πασκάλ: «Μία πίστη ποὺ δὲν ἀμφιβάλλει εἶναι πεθαμένη πίστη»). Πίστη εἶναι ἡ ἔλλειψη τῆς ἀλαζονικῆς βεβαιότητας ποὺ συγχέει τὴν διδασκαλία-δόγμα τῆς Ἐκκλησίας μου μὲ τὴν προσωπική μου πίστη. Πίστη σημαίνει νὰ κραυγάζω στὴν Χριστό: «βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ» καὶ «πρόσθες μοι πίστιν». Πίστη σημαίνει νὰ παραδίνομαι ἄνευ ὅρων στὴν σιωπὴ τοῦ Θεοῦ (Γεθσημανῆ), νὰ δέχομαι τὸ θέλημά Του γιὰ ὅλα τὰ θέματα τῆς ζωῆς μου. Πίστη εἶναι νὰ Τὸν κάνω-δεχτῶ Πατέρα μου. Νὰ Τὸν ἐμπιστεύομαι ὅπως τὸ μικρὸ παιδὶ τὸν πατέρα του.
Μία τέτοια πορεία φυσικὰ δὲν εἶναι οὔτε εὔκολη οὔτε γρήγορη (Κάθε ζωντανὴ ὕπαρξη στὰ δύσκολα στέκεται, λέει ὁ ποιητής).
Ἡ παραδοχὴ ὅμως τῆς ὕπαρξης τοῦ Θεοῦ ὁπωσδήποτε εἶναι ὅρος ἀπαράβατος ἀφοῦ ἡ πίστη δὲν εἶναι οὔτε αὐθυποβολή, οὔτε αὐταπάτες. Δὲν εἶναι χρήσιμο ναρκωτικὸ ἢ κατευναστικὸ γιὰ τὶς μεταφυσικὲς ἀγωνίες. Ἡ πορεία ἔχει τὶς δυσκολίες ποὺ γεννιοῦνται ἀπὸ τὴν φύση τοῦ θέματος καὶ ἀπὸ τὴν σύγχυση τῆς ἐγωιστικῆς ἀγάπης τοῦ ἑαυτοῦ μας, ὅσον ἀφορᾶ τὸν ἄνθρωπο.
Τοὺς ἀνθρώπους πρῶτα τοὺς γνωρίζουμε καὶ μετὰ τοὺς ἀγαπᾶμε. Τὸν Χριστὸ πρῶτα Τὸν ἀγαπᾶμε καὶ μετὰ Τὸν γνωρίζουμε. Στὶς ἀνθρώπινες σχέσεις ἡ συνάντηση γίνεται «ἐπὶ ἴσοις ὅροις». Στὴν σχέση μὲ τὸν Χριστὸ ἡ συνάντηση ὁρίζεται ἀπὸ τὴ διαφορὰ τῶν μεγεθῶν καὶ ἀπὸ τὸν λόγο τοῦ Χριστοῦ στὸν Θωμᾶ: «μακάριοι οἱ μὴ ἰδόντες καὶ πιστεύσαντες…».
Τὴν σχέση μὲ τὸν Χριστὸ τὴν ἐμποδίζει ἡ μεγάλη ἰδέα ποὺ ἔχουμε γιὰ τὸν ἑαυτό μας! Ὅσο πιὸ γρήγορα ἐλευθερωθοῦμε ἀπ’ αὐτήν, τόσο πιὸ εὔκολη θὰ γίνει ἡ σχέση μὲ τὸν Χριστό. Ὅσο πιὸ γρήγορα ἐλευθερωθοῦμε ἀπὸ τὴν φίλαυτη διάθεση τόσο πιὸ εὔκολα θὰ παραδοθοῦμε στὰ χέρια Του νὰ μᾶς ἀνεβάσει βῆμα-βῆμα Ἐκεῖνος στὸ μονοπάτι τοῦ κήπου ποὺ περπάτησε κι Αὐτός.
Μὰ τί λές;
Πῶς νὰ κάνει κάποιος ὅλα αὐτά;
Πῶς νὰ ξεχάσει τὸν ἑαυτό του καὶ νὰ ἀγαπήσει Κάποιον ποὺ ὑπόσχεται Ἀνάσταση διὰ τοῦ Σταυροῦ;
Μόνο ἕνα ἀληθινὸ ρίσκο δοκιμάζει τὴν ἀλήθεια ἑνὸς πιστεύω. Δὲν ὑπάρχει ἄλλος δρόμος, «γιὰ ἕνα θὰ στοιχηματίσουμε» (Πασκάλ).
Στὴν ἐρώτηση τοῦ τίτλου ὅλοι μας θεωροῦμε αὐτονόητη τὴν ἀπάντηση ὅτι: ὄχι, ὄντως δὲν ἀγαπᾶμε ὅλους ὅσους γνωρίζουμε. Ὁ Θωμᾶς Τὸν γνώριζε. Ἐμεῖς πολλοὺς γνωρίζουμε. Ἄραγε τί μᾶς κάνει νὰ εἴμαστε θρασεῖς ἰσχυριζόμενοι ὅτι θὰ τὸν πιστέψουμε (ἐμπιστευθοῦμε, ἀγαπήσουμε) μόλις Τὸν δοῦμε;
Ἄραγε «ἀποδείξεις» λείπουν γιὰ τὴν πίστη; Ἄραγε τὸ θαῦμα γεννάει τὴν πίστη; Μπορεῖ κάποιος νὰ ἰσχυριστεῖ βάσιμα ὅτι ἡ ἀγάπη- ἐμπιστοσύνη εἶναι ἀναγκαστικὴ συνεπαγωγὴ κάθε γνωριμίας;
Πολλὰ χρόνια θρησκευτικῆς στρέβλωσης «ἀποδείξεων γιὰ τὴν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ» μᾶς ἔχουν διαστρέψει τὰ αἰσθητήρια καὶ τὰ κριτήρια μὲ τὰ ὁποῖα γνωρίζει κάποιος καὶ δημιουργεῖ σχέση μὲ τὸν Χριστό! Ἡ πίστη πέρασε ὡς ἀποδοχὴ καὶ ὄχι ὡς ἐμπιστοσύνη! Τὸ βάρος δόθηκε στὸ νὰ δεχτεῖ κανεὶς τὴν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ ὄχι στὶς προϋποθέσεις δημιουργίας σχέσεως μαζί Του, λὲς καὶ εἶναι ἀπίθανο νὰ δέχεσαι τὴν ὕπαρξή Του καὶ συγχρόνως νὰ Τὸν μισεῖς. Ξεχάσαμε γρήγορα τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ διάβολος ἔχει μία πολὺ καλὴ γνώση τοῦ Θεοῦ καὶ συγχρόνως τὴν χειρότερη δυνατὴ σχέση μαζί Του.
Ξεχάσαμε ὅτι, πίστη σημαίνει αὐτοπαράδοση-ἐμπιστοσύνη. Πίστη σημαίνει περιπέτεια σχέσεως. Πίστη σημαίνει σκαμπανέβασμα. Πίστη σημαίνει εὐαισθησία στὴ διάκριση ποὺ ὑπάρχει ἀνάμεσα στὴν σκέψη καὶ στὴν ἀμφιβολία. (Ἄλλωστε ὅπως ἔλεγε ὁ Βλ.Πασκάλ: «Μία πίστη ποὺ δὲν ἀμφιβάλλει εἶναι πεθαμένη πίστη»). Πίστη εἶναι ἡ ἔλλειψη τῆς ἀλαζονικῆς βεβαιότητας ποὺ συγχέει τὴν διδασκαλία-δόγμα τῆς Ἐκκλησίας μου μὲ τὴν προσωπική μου πίστη. Πίστη σημαίνει νὰ κραυγάζω στὴν Χριστό: «βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ» καὶ «πρόσθες μοι πίστιν». Πίστη σημαίνει νὰ παραδίνομαι ἄνευ ὅρων στὴν σιωπὴ τοῦ Θεοῦ (Γεθσημανῆ), νὰ δέχομαι τὸ θέλημά Του γιὰ ὅλα τὰ θέματα τῆς ζωῆς μου. Πίστη εἶναι νὰ Τὸν κάνω-δεχτῶ Πατέρα μου. Νὰ Τὸν ἐμπιστεύομαι ὅπως τὸ μικρὸ παιδὶ τὸν πατέρα του.
Μία τέτοια πορεία φυσικὰ δὲν εἶναι οὔτε εὔκολη οὔτε γρήγορη (Κάθε ζωντανὴ ὕπαρξη στὰ δύσκολα στέκεται, λέει ὁ ποιητής).
Ἡ παραδοχὴ ὅμως τῆς ὕπαρξης τοῦ Θεοῦ ὁπωσδήποτε εἶναι ὅρος ἀπαράβατος ἀφοῦ ἡ πίστη δὲν εἶναι οὔτε αὐθυποβολή, οὔτε αὐταπάτες. Δὲν εἶναι χρήσιμο ναρκωτικὸ ἢ κατευναστικὸ γιὰ τὶς μεταφυσικὲς ἀγωνίες. Ἡ πορεία ἔχει τὶς δυσκολίες ποὺ γεννιοῦνται ἀπὸ τὴν φύση τοῦ θέματος καὶ ἀπὸ τὴν σύγχυση τῆς ἐγωιστικῆς ἀγάπης τοῦ ἑαυτοῦ μας, ὅσον ἀφορᾶ τὸν ἄνθρωπο.
Τοὺς ἀνθρώπους πρῶτα τοὺς γνωρίζουμε καὶ μετὰ τοὺς ἀγαπᾶμε. Τὸν Χριστὸ πρῶτα Τὸν ἀγαπᾶμε καὶ μετὰ Τὸν γνωρίζουμε. Στὶς ἀνθρώπινες σχέσεις ἡ συνάντηση γίνεται «ἐπὶ ἴσοις ὅροις». Στὴν σχέση μὲ τὸν Χριστὸ ἡ συνάντηση ὁρίζεται ἀπὸ τὴ διαφορὰ τῶν μεγεθῶν καὶ ἀπὸ τὸν λόγο τοῦ Χριστοῦ στὸν Θωμᾶ: «μακάριοι οἱ μὴ ἰδόντες καὶ πιστεύσαντες…».
Τὴν σχέση μὲ τὸν Χριστὸ τὴν ἐμποδίζει ἡ μεγάλη ἰδέα ποὺ ἔχουμε γιὰ τὸν ἑαυτό μας! Ὅσο πιὸ γρήγορα ἐλευθερωθοῦμε ἀπ’ αὐτήν, τόσο πιὸ εὔκολη θὰ γίνει ἡ σχέση μὲ τὸν Χριστό. Ὅσο πιὸ γρήγορα ἐλευθερωθοῦμε ἀπὸ τὴν φίλαυτη διάθεση τόσο πιὸ εὔκολα θὰ παραδοθοῦμε στὰ χέρια Του νὰ μᾶς ἀνεβάσει βῆμα-βῆμα Ἐκεῖνος στὸ μονοπάτι τοῦ κήπου ποὺ περπάτησε κι Αὐτός.
Μὰ τί λές;
Πῶς νὰ κάνει κάποιος ὅλα αὐτά;
Πῶς νὰ ξεχάσει τὸν ἑαυτό του καὶ νὰ ἀγαπήσει Κάποιον ποὺ ὑπόσχεται Ἀνάσταση διὰ τοῦ Σταυροῦ;
Μόνο ἕνα ἀληθινὸ ρίσκο δοκιμάζει τὴν ἀλήθεια ἑνὸς πιστεύω. Δὲν ὑπάρχει ἄλλος δρόμος, «γιὰ ἕνα θὰ στοιχηματίσουμε» (Πασκάλ).
Μὲ ἀγάπη καὶ εὐχὲς
Ὁ Ἐφημέριος
π. Θεοδόσιος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου