Από σήμερα – Κυριακή των Βαΐων – το απόγευμα ξεκινάει η «Μεγάλη Εβδομάδα». Και είναι πράγματι Μεγάλη Εβδομάδα, γιατί τα γεγονότα που αναπαριστώνται και γιορτάζονται κατά τη διάρκειά της συντάραξαν την ανθρωπότητα. Γιατί πως είναι δυνατόν να χωρέσει ο ανθρώπινος νους, ότι σταυρώνεται και πεθαίνει ένας Θεός; Και όμως, είναι τόσο μεγάλη η αγάπη αυτή του Θεού για το πλάσμα που δημιούργησε, ώστε αυτό το αδύνατο, αυτή τη «μωρία» όπως λέει και ο Απόστολος Παύλος, το κάνει δυνατό για να χαρίσει την αθανασία και τη λύτρωση από την αμαρτία. Έτσι λοιπόν από σήμερα το απόγευμα η Εκκλησία, μας εισάγει με τις διάφορες ακολουθίες της στα συνταρακτικά αυτά γεγονότα της προδοσίας του Χριστού από τον μαθητή του Ιούδα, της δίκης του και της καταδίκης του σε θάνατο δια του σταυρού, της τριήμερης ταφής του και της θριαμβευτικής ανάστασής του.
Και δεν ξεκινάει η «Μεγάλη Εβδομάδα» από την επαύριο, ημέρα Δευτέρα, όπως νομίζουν οι περισσότεροι πιστοί, αλλά από το απόγευμα της Κυριακής, διότι εκκλησιαστικά – ακολουθώντας την Ιουδαϊκή συνήθεια – επόμενη ημέρα της εβδομάδας λογίζεται, από τη στιγμή που θα χτυπήσει η καμπάνα για τον εσπερινό ή στην προκειμένη περίπτωση στης 7 μ.μ. που θα αρχίσει η ακολουθία των Παθών. Δηλαδή με απλά λόγια, από της 7 μ.μ. σήμερα, δεν θα έχουμε Κυριακή αλλά Δευτέρα.
Σκεφτήκαμε λοιπόν, τις ημέρες αυτές, που διαβάζονται στις ακολουθίες αρκετές περικοπές των τεσσάρων Ευαγγελίων, να δώσουμε στον πιστό την ευκαιρία, να καταλάβει καλύτερα τα διάφορα λόγια που λέγονται από τους πρωταγωνιστές αυτών ή τα διάφορα γεγονότα που λαμβάνουν χώρα σε αυτά, ερμηνεύντάς τα και δίνοντας τη βαθύτερη σημασία τους. Ελπίζοντας πως το αποτέλεσμα θα μας δικαιώσει, αρχίζουμε ευθύς αμέσως την παράθεσή τους:
1. «Πλησίαζε … το Πάσχα των Ιουδαίων. Και πολλοί απ’ όλη τη χώρα ανέβηκαν στα Ιεροσόλυμα πριν από το Πάσχα, για να τελέσουν τους καθορισμένους καθαρμούς»(Ιω 11:55): Χιλιάδες Ιουδαίοι και προσήλυτοι – δηλαδή ειδωλολάτρες που είχαν ασπαστεί την Ιουδαϊκή πίστη – από τη Παλαιστίνη και άλλα μέρη του κόσμου συνέρρεαν στα Ιεροσόλυμα για τη μεγάλη γιορτή. Αρκετοί έφταναν πριν από το Πάσχα. Με προσευχές, θυσίες και άλλες τελετές προσπαθούσαν να εξαγνιστούν – δηλαδή να καθαριστούν θρησκευτικά από το κακό και την αμαρτία – και να ετοιμαστούν για τη γιορτή του Πάσχα.
2. «Έφεραν τότε το πουλάρι στον Ιησού, έβαλαν πάνω σ’ αυτό τα ρούχα τους κι εκείνος κάθισε πάνω του» (Μκ 11:7): Μπαίνοντας ο Χριστός στα Ιεροσόλυμα πάνω στο μικρό γαϊδουράκι, ήθελε να δείξει στους μαθητές του και σε όλο το πλήθος που τον επευφημούσε, ότι είναι ειρηνικός Μεσσίας και όχι εθνικιστής που θα τους απελευθέρωνε, όπως πίστευαν, από τους Ρωμαίους.
3. «Όταν πλησίασε (ο Ιησούς) και είδε τη πόλη, έκλαψε γι’ αυτήν (Λκ 19:41): Επειδή οι κάτοικοί της Ιερουσαλήμ έμειναν ως το τέλος σκληροί και αμετανόητοι, δεν δέχτηκαν το μήνυμά του και σε λίγο θα σταύρωναν τον Υιό του Θεού. Έκλαψε ακόμη και για τη συμφορά που θα την έβρισκε, όταν το 70 μ.Χ. θα καταστρεφόταν από τους Ρωμαίους.
4. «Μέσα στον περίβολο του ιερού βρήκε αυτούς που πουλούσαν βόδια, πρόβατα και περιστέρια για τις θυσίες, και τους αργυραμοιβούς καθιστούς πίσω από τους πάγκους (Ιω 2:14): Προοριζόταν για τους ειδωλολάτρες, είχε τεράστια έκταση και υπολογιζόταν ότι χωρούσε γύρω στις 300.000 κόσμο. Με την ανοχή και την άδεια της θρησκευτικής ηγεσίας επικρατούσε εκεί πανδαιμόνιο: φωνές ανθρώπων και ζώων, βρωμιά, παζαρέματα, αγοραπωλησίες. Οι αργυραμοιβοί αντάλλασσαν τα νομίσματα των Εβραίων της διασποράς με το τοπικό και άλλα νομίσματα.
5. «Ο Ιησούς … είπε στους μαθητές του, “Ξέρετε ότι, σε δύο ημέρες είναι η γιορτή του Πάσχα”» (Μτ 26:1 – 2): Το Πάσχα ήταν η μεγαλύτερη γιορτή των Ιουδαίων. Άρχιζε στις 14 του μήνα Νισάν (δικός μας Μάρτης με Απρίλη), τη πρώτη νύχτα της πανσελήνου της άνοιξης. Διαρκούσε επτά ημέρες και ολόκληρη η εβδομάδα ονομαζόταν «των Αζύμων». Γιορταζόταν ως ανάμνηση της Εξόδου και της απελευθέρωσης των Ιουδαίων από την Αίγυπτο. Κάθε οικογένεια στις 14 του Νισάν έσφαζε ένα άψογο, αρσενικό, χρονιάρικο αρνί ή κατσίκι, που το έψηναν και το έτρωγαν ολόκληρο, προσέχοντας να μη σπάσουν τα κόκαλά του. Έτρωγαν επίσης άζυμο ψωμί και πικρά χόρτα. Μετά τις έξι η ώρα το απόγευμα όλα τα μέλη της οικογένειας έπρεπε να συγκεντρωθούν για το πασχαλινό τραπέζι. Οποιοσδήποτε περαστικός ή ξένος Εβραίος καλούνταν να γιορτάσει το Πάσχα μαζί με μια οικογένεια. Όλοι φορούσαν ταξιδιωτικά ρούχα, για να θυμούνται έτσι τη βιαστική τους αναχώρηση από την Αίγυπτο.
6. «Συγκεντρώθηκαν τότε οι αρχιερείς και οι γραμματείς και οι πρεσβύτεροι του Συνεδρίου στο παλάτι του αρχιερέα» (Μτ 26:3): Το Μέγα Συνέδριο ήταν το ανώτατο θρησκευτικό, νομοθετικό, διοικητικό και δικαστικό όργανο των Ιουδαίων. Αποτελούνταν από 71 μέλη. Αυτά ήταν ο αρχιερέας του έτους, που ήταν και πρόεδρος, οι αρχιερείς των προηγούμενων ετών, εκπρόσωποι των Φαρισαίων, των γραμματέων, των Σαδδουκαίων και πρεσβυτέρων (= αρχηγών επιφανών οικογενειών). Διέθετε μεγάλη δύναμη σ’ όλα τα θέματα της θρησκευτικής και κοινωνικής ζωής. Είχε την ευθύνη για την ερμηνεία του Νόμου, τη διαφύλαξη των παραδόσεων του λαού και την πιστή εφαρμογή των τελετουργικών διατάξεων. Το Μέγα Συνέδριο, ως το ανώτατο δικαστήριο για παραβιάσεις σχετικές με όλα τα παραπάνω, είχε και το δικαίωμα να επιβάλλει ακόμα και την ποινή του θανάτου. Για να εκτελεστεί όμως η θανατική ποινή χρειαζόταν να επικυρωθεί από το ρωμαίο διοικητή της Παλαιστίνης. Συνεδρίαζε σε μια αίθουσα στο προαύλιο του Ναού και οι αποφάσεις του είχαν ισχύ για όλους τους Ιουδαίους, οπουδήποτε κι αν ζούσαν.
7. «Τότε ο Ιούδας ο Ισκαριώτης, ένας από τους δώδεκα μαθητές, σηκώθηκε και πήγε στους αρχιερείς και τους είπε: “τι θα μου δώσετε; Και εγώ θα σας τον παραδώσω”. Και αυτοί του έδωσαν τριάντα αργύρια» (Μτ 26:14 – 15): Τα τριάντα αργύρια ισοδυναμούσαν με 120 δηνάρια. Τόσο κόστιζαν τότε 120 κατώτατα ημερομίσθια ή η αποζημίωση για την απώλεια ενός δούλου. Ο Χριστός δηλαδή προδόθηκε για ένα ευτελές ποσό.
8. «Τότε ο Ιησούς πηγαίνει μαζί τους σ’ ένα τόπο που λέγεται Γεθσημανή» (Μτ 26:36): Η λέξη Γεθσημανή σημαίνει «ελαιοτριβείο». Η τοποθεσία βρισκόταν σε μικρό κήπο του Όρους (= υψώματος) των Ελαιών, που απείχε 1300 μ. από τα Ιεροσόλυμα. Ήταν από τα πιο αγαπημένα μέρη του Χριστού, γιατί μπορούσε να κρύβεται άνετα από τις Ιουδαϊκές αρχές.
9. «Η αγωνία τον κυρίεψε (τον Ιησού) και προσευχόταν πιο πολλή ώρα. Ο ιδρώτας του γινόταν σαν σταγόνες αίματος κι έπεφτε στη γη» (Λκ 22:44): Οι περισσότεροι θεωρούν πως ο ευαγγελιστής Λουκάς χρησιμοποιεί μεταφορική έννοια πως ο ιδρώτας του Χριστού έμοιαζε με σταγόνες αίματος. Και όμως, υπάρχει μια σπάνια ασθένεια η οποία προκαλείται από υπερβολική συγκινησιακή φόρτιση σαν αυτή που περνούσε ο Χριστός και ονομάζεται αιματιδρωσία. Κατ’ αυτή, σύμφωνα με την εγκυκλοπαίδεια «Πάπυρος – Λαρούς» γίνεται έξοδος ερυθρού ιδρώτα από το δέρμα, πιθανόν λόγω διαπίδυσης αίματος από τα τριχοειδή αγγεία των ιδρωτοποιών αδένων.
10. «Ο Ιησούς όμως του είπε: “Ιούδα, με φίλημα προδίνεις τον Υιό του Ανθρώπου;”» (Λκ 22:48): Ο Ιούδας εκτός από τον τόπο όπου ήταν ο Ιησούς και την ώρα που θα τον έβρισκαν εκεί, πρόδωσε με το φίλημα και ποιος απ’ όλους που παρευρίσκονταν στον κήπο της Γεθσημανή ήταν ο Ιησούς.
11. «Οι στρατιώτες με τον χιλίαρχο και οι Ιουδαίοι φρουροί συνέλαβαν τον Ιησού, τον έδεσαν και τον έφεραν πρώτα στον Άννα» (Ιω 18:12): Ο Άννας ήταν αρχιερέας διορισμένος από τους Ρωμαίους, κατά τα έτη 6 – 15 μ.Χ. Με την ισχύ και την έντονη παρασκηνιακή του δράση κατάφερε να επηρεάζει τα θρησκευτικά και πολιτικά πράγματα του ιουδαϊκού λαού τοποθετώντας ως αρχιερείς τους 5 γιους του και το γαμπρό του Καϊάφα.
12. «Τότε ο Άννας έστειλε τον Ιησού δεμένο στον αρχιερέα Καϊάφα» (Ιω 18:24): Ο Καϊάφας ήταν αρχιερέας κατά τα έτη 18 – 36 μ.Χ. Εξυπηρέτησε με δουλοπρέπεια τους Ρωμαίους κατακτητές. Το όνομά του ήταν Ιωσήφ. Το “Καϊάφας” (= αυτός που καταπιέζει) ήταν παρατσούκλι λόγω του χαρακτήρα του.
13. «Νωρίς το πρωί οι αρχιερείς με τους πρεσβυτέρους και τους γραμματείς κι ολόκληρο το Συνέδριο συγκεντρώθηκαν και πήραν την απόφαση, αφού έδεσαν τον Ιησού, τον πήγαν και τον παρέδωσαν στον Πιλάτο» (Μκ 15:1): Ο Πόντιος Πιλάτος ήταν Ρωμαίος διοικητής, εκπρόσωπος της Ρώμης στην Παλαιστίνη από τα έτη 26 – 36 μ.Χ. Είχε την έδρα του στην παραθαλάσσια πόλη της Καισάρειας της Παλαιστίνης. Κατά τις μεγάλες γιορτές όμως πήγαινε στα Ιεροσόλυμα για λόγους τάξης και ασφάλειας, επειδή συγκεντρώνονταν πολλοί προσκυνητές. Στη διάθεσή του είχε εκεί ένα απόσπασμα της ρωμαϊκής φρουράς, που κατοικούσε στο φρούριο Αντωνία που βρίσκονταν ΒΔ του ναού των Ιεροσολύμων.
14. «Οι Ιουδαίοι όμως δεν μπήκαν στο πραιτώριο, για να μη βεβηλωθούν, αλλά να φάνε το Πάσχα καθαροί» (Ιω 18:28): Αν κάποιος Ιουδαίος έμπαινε σε οίκημα ειδωλολατρών, όπως στην προκειμένη περίπτωση ήταν το πραιτώριο (διοικητήριο), πίστευαν πως μολύνονταν θρησκευτικά.
15. «Όταν έφτασαν στο μέρος που ονομαζόταν “Κρανίο”, σταύρωσαν εκεί τον Ιησού» (Λκ 23:33): Μικρός λόφος λίγο έξω από την Ιερουσαλήμ. Το σχήμα του έμοιαζε με ανθρώπινο κρανίο (εβραϊκά: Γολγοθάς).
16. «Όταν λοιπόν οι στρατιώτες σταύρωσαν τον Ιησού (Ιω 19:23): Τη θανατική ποινή της σταύρωσης τη συναντάμε σε πολλούς ανατολικούς λαούς. Στους Εβραίους δεν υπήρχε. Την έφεραν οι Ρωμαίοι, αλλά δεν την επέβαλλαν σε Ρωμαίους πολίτες. Επιβαλλόταν σε μεγάλους εγκληματίες, δούλους και αιχμαλώτους πολέμου. Έτσι, εκτός από οδυνηρή και απάνθρωπη, ήταν και ατιμωτική ποινή. Ο κατάδικος κουβαλούσε το σταυρό ή μόνο το οριζόντιο δοκάρι του στον τόπο της εκτέλεσης. Εκεί κάρφωναν ή έδεναν τα χέρια και τα πόδια του πάνω στο σταυρό. Ο θάνατος στο σταυρό προερχόταν από προοδευτική ασφυξία, επειδή το βάρος του σώματος πίεζε τη θωρακική κοιλότητα και δεν επέτρεπε την είσοδο αρκετού οξυγόνου στους πνεύμονες. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη σταδιακή δηλητηρίαση των οργάνων του σώματος. Έτσι οι σταυρωμένοι έβρισκαν ένα μαρτυρικό και αργό θάνατο, που κάποιες φορές κρατούσε και μέρες. Το μαρτύριο επέτειναν η πείνα, η δίψα και οι πόνοι. Όταν ήθελαν να επισπεύσουν το θάνατο (όπως στη περίπτωση του Ιησού, επειδή ξημέρωνε η γιορτή του Πάσχα), έσπαζαν με χοντρά ραβδιά τα πόδια των κρεμασμένων. Έτσι η ασφυξία γινόταν μεγαλύτερη. Για να μετριάσουν την αντίσταση του σταυρωμένου, συνήθιζαν να του δίνουν να πιει κρασί ανακατεμένο με ένα αναισθητικό. (Ο Ιησούς δεν δέχτηκε να το πιει, Μκ 15,23)
17. «Κοντά όμως στον σταυρό του Ιησού στέκονταν η μητέρα του και η αδελφή της μητέρας του, η Μαρία η γυναίκα του Κλωπά, και η Μαρία η Μαγδαληνή» (Ιω 19:25): Ο Κλωπάς ήταν αδελφός του Ιωσήφ και γι’ αυτό κατά τις συνήθειες των Ιουδαίων η γυναίκα του ονομάζεται αδελφή της Παναγίας (ήταν δηλαδή συννυφάδες).
18. «Γύρω στις τρεις κραύγασε ο Ιησούς με δυνατή φωνή: “Ηλι, ηλί λιμά σαβαχθανί” δηλαδή, «Θεέ μου, Θεέ μου, γιατί με εγκατέλειψες;» (Μτ 27:45 – 46): Είναι τα πρώτα λόγια του ψαλμού 21, τον οποίο απήγγειλε στην βραδινή προσευχή του κάθε ευσεβής Ιουδαίος. Στους στίχους αυτούς του ψαλμού ο άνθρωπος με τη κραυγή του εκφράζει την αγωνία του για όσα υποφέρει από τους εχθρούς του. Νιώθει σαν να τον έχει εγκαταλείψει ο Θεός. Στη συνέχεια όμως εκφράζει την ελπίδα και βεβαιότητα ότι ο Θεός θα τον βοηθήσει και καταλήγει να τον ευχαριστεί και να τον υμνεί. Ασφαλώς ο Ιησούς πάνω στο Σταυρό θα προσευχήθηκε λέγοντας όλον τον ψαλμό, αλλά ο Ευαγγελιστής μνημονεύει μόνο τον πρώτο στίχο.
19. «Κατά το δειλινό, ένας άνθρωπος πλούσιος από την Αριμαθαία, που τον έλεγαν Ιωσήφ και ήταν κι αυτός μαθητής του Ιησού, ήρθε στον Πιλάτο και ζήτησε το σώμα του Ιησού (Μτ 27:57 – 58): Χρειάστηκε ο Ιωσήφ να πάρει ειδική άδεια από το Ρωμαίο διοικητή για να τον ενταφιάσει. Αυτό γιατί, όπως επέβαλε η νομοθεσία, άφηναν τους σταυρωμένους για αρκετές μέρες μετά το θάνατό τους πάνω στο σταυρό για μεγαλύτερο εξευτελισμό. Κανείς δεν μπορούσε να τους αποδώσει τις πρέπουσες τιμές.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣχολικό εγχειρίδιο Θρησκευτικών, Β΄ Γυμνασίου, 2001
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου