Δευτέρα 12 Νοεμβρίου 2012

Γαστριμαργία – λαιμαργία



Allegory of Gluttony and Lust
Γαστριμαργία – λαιμαργία
ΟΡΙΣΜΟΣ: Γαστριμαργία είναι η κατανάλωση ποσότητας φαγητού μεγαλύτερης απ' όση είναι απαραίτητη για την επιβίωσή μας, ενώ λαιμαργία η τάση προς φαγητά που έχουν απολαυστική γεύση ή η κατανάλωση φαγητού αποκλειστικά για ευχαρίστηση.Το ρήμα μαργαίνω σημαίνει κατέχομαι υπό μανίας και μάργος λέγεται ο μανιώδης. Όταν λοιπόν καταλαμβάνει κάποιον η μανία να γεμίσει την γαστέρα (κοιλιά) του, αυτό λέγεται γαστριμαργία (γαστήρ + μαργαίνω). Όταν η εκ του φαγητού προερχομένη ηδονή αφορά το λαιμό (και τη γεύση), τότε λέγεται λαιμαργία (λαιμός + μαργαίνω). Είναι δυο πάθη, που τα συγχέουμε μεταξύ τους, αλλά συνήθως δεν τους δίνουμε μεγάλη σημασία, επειδή τα θεωρούμε δευτερευούσης σημασίας, μπροστά στ' άλλα σαρκικά πάθη.
Όμως οι Πατέρες της Εκκλησίας λένε ότι αυτά τα πάθη είναι ο προθάλαμος των υπόλοιπων σαρκικών παθών. Δηλαδή, το γεμάτο στομάχι δημιουργεί κι άλλες σαρκικές επιθυμίες. Έτσι οι ασκητές πολεμούσαν τα σαρκικά πάθη με τη νηστεία και τη σωματική άσκηση. Το συγκεκριμένο πάθος εμφανίζει δύο κύριες μορφές: μπορεί ν' αποβλέπει κατά βάση στην ποιότητα των τροφών, οπότε πρόκειται για την αναζήτηση εύγευστων και εκλεκτών εδεσμάτων, και την επιθυμία τα εδέσματα να προετοιμάζονται επιμελώς (γκουρμέ)· μπορεί ν' αποβλέπει κυρίως στην ποσότητα των εδεσμάτων και τότε πρόκειται για επιθυμία να τρώγει κάποιος πολύ. Στην πρώτη περίπτωση είναι η ηδονή του στόματος και της γεύσης το κατεξοχήν ζητούμενο και επιθυμητό, ενώ στη δεύτερη περίπτωση πρόκειται γενικά για την ηδονή της κοιλίας και των οργάνων της πέψης. Σε αμφότερες τις περιπτώσεις υπάρχει αναζήτηση ενός συγκεκριμένου τύπου σωματικής ηδονής· να γιατί η γαστριμαργία μπορεί να ταξινομηθεί μεταξύ των «παθών του σώματος».
Η ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ: Η ψυχολογία αρνείται κατηγορηματικά να αποδώσει την υπερκατανάλωση φαγητού ή ποτού - και κατ' επέκταση τις διατροφικές διαταραχές και την παχυσαρκία - αποκλειστικά στην ελεύθερη βούληση. Τα τελευταία χρόνια η επιστήμη έχει καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η παχυσαρκία, τουλάχιστον στον δυτικό κόσμο, προωθείται από ένα «παχυσαρκογόνο» περιβάλλον το οποίο ενθαρρύνει την υπερβολική κατανάλωση φαγητού και θερμίδων, ενισχύοντας την άποψη ότι η παχυσαρκία και η βουλιμία είναι είδος νόσου. Το πόσο διαθέσιμο ή το πόσο φθηνό είναι το φαγητό, το αν έχουμε εύκολη πρόσβαση σε καταστήματα που προσφέρουν έτοιμο φαγητό, ακόμη και το πόσο μεγάλες είναι οι μερίδες, όλα φαίνονται να επηρεάζουν το βάρος και ενδεχομένως τη διατροφική συμπεριφορά μας. Η θεωρία της περιβαλλοντικής ευθύνης πρεσβεύει πως όταν κάποιος έχει έναν φίλο ή σύντροφο που είχε πάρει παραπανίσια κιλά, μέσα σε μια χρονική φάση είχε και ο ίδιος περισσότερες πιθανότητες να αυξήσει το βάρος του μέσα στην επόμενη χρονική φάση. Η «μεταδοτικότητα» αυτή αποδίδεται σε καθαρά κοινωνικούς παράγοντες - δηλαδή ποιο θεωρείται αποδεκτό βάρος και ποιες είναι οι κρατούσες διατροφικές συμπεριφορές σε συγκεκριμένους κύκλους ανθρώπων. Επιστήμονες του Εθνικού Εργαστηρίου Μπρουκχέιβεν (ΗΠΑ) έχουν παρατηρήσει ότι ο εγκέφαλος των ανθρώπων που τρώνε πολύ διαθέτει λιγότερους υποδοχείς ντοπαμίνης και παρουσιάζει αυξημένη δραστηριότητα σε περιοχές οι οποίες συνδέονται με το στόμα και τη γλώσσα. Το εύρημα θα μπορούσε να σημαίνει ότι στους ανθρώπους αυτούς το κύκλωμα της ανταμοιβής υπολειτουργεί κάνοντάς τους να επιζητούν περισσότερη απόλαυση στο φαγητό, αλλά και το ... ακριβώς αντίθετο: ότι δηλαδή η ροπή τους αυτή προς τη συγκεκριμένη απόλαυση έχει επιφέρει μεταβολές στα εγκεφαλικά τους δίκτυα.
Η ΠΑΤΕΡΙΚΗ ΣΚΕΨΗ: Άλλο πράγμα είναι το να φάγη τις δια να ικανοποιήση την φυσικήν ανάγκην λήψεως τροφής και άλλο να φάγη δια να δοκιμάση την εκ του φαγητού ηδονήν. Ο σκοπός δια τον οποίον τρώγει τις είναι εκείνος ο οποίος δημιουργεί την αμαρτίαν. Το να τρώγη δε κανείς όσον επιβάλλουν αι σωματικαί του ανάγκαι σημαίνει ότι ούτος ορίζει εις τον εαυτόν του πόσον πρέπει να φάγη καθ’ όλην την ημέραν”, τονίζει ο Δωρόθεος (Γαζής). Η λαιμαργία, κατά τους Πατέρες, είναι αναζήτηση της ηδονής του εσθίειν, “επιθυμία του εσθίειν για την ηδονή”, και γαστριμαργία η “ακράτεια του στόματος και της κοιλίας”. Η γαστριμαργία, όμως, δεν προέρχεται άμεσα από τις ανάγκες του σώματος. Απόδειξη αποτελεί το γεγονός ότισυχνά η επιθυμία υπερβαίνει την ανάγκη, ορισμένες φορές μάλιστα κατά πολύ, ιδιαίτερα στην περίπτωση της βουλιμίας. Έτσι μπορούμε να θεωρήσουμε τη γαστριμαργία και ως πάθος της ψυχής. Ο Ευάγριος και ο Μάξιμος Ομολογητής την ονομάζουν “εμπαθή λογισμό”, μ' άλλα λόγια “το σώμα παρεμβαίνει μόνο ως όργανο πραγμάτωσης της επιθυμίας της ψυχής” (Συμεών Νέος Θεολόγος). Κανείς των Πατέρων δεν πιστεύει ότι η τροφή είναι ακάθαρτη και κακή ώστε να οδηγεί στη θεώρηση της γαστριμαργίας ως πάθους, πράγμα που επιβεβαιώνεται γραφικώς: «ου το εισερχόμενον εις το στόμα κοινοί τον άνθρωπον» (Ματθ. ιε΄ 11), και «παν κτίσμα Θεού καλόν, και ουδέν απόβλητον μετά ευχαριστίας λαμβανόμενον» (Α' Τιμ. δ΄4). Άρα το πάθος της γαστριμαργίας δεν έγκειται στην τροφή, στην ποιότητά της, ή στην ίδια την πράξη λήψης τής τροφής, αλλ' στον τρόπο της χρήσης της και στο σκοπό καιστόχο της πράξης, όπως εκάστοτε προσδιορίζεται από τον άνθρωπο. Η τροφή έχει δοθεί από το Θεό στους ανθρώπους με συγκεκριμένο σκοπό. Συνιστά διαστροφή να την θέτει ο άνθρωπος στην υπηρεσία άλλων σκοπών. «Τα βρώματα δια δύο αιτίας εκτίσθη: τροφής ένεκα και θεραπείας” (Ισαάκ Σύρος), ενώ ο Μάξιμος Ομολ. συμπληρώνει: “Οι ουν πάρεξ τούτων μεταλαμβάνοντες ως παραχρώμε νοι τοις εις χρήσιν παρά Θεώ δοθείσιν, ως τρυφηταί κατακρίνονται». Κατά τον Γρηγόριο το Θεολόγο, ο άνθρωπος κάνει όμως παρά φύση χρήση της τροφής όταν τη χρησιμοποιεί ως μέσο απόλαυσης και ηδονής. Γαστριμαργία λοιπόν είναι η επιθυμία ηδονής, που μπορεί ν' απολαύσει κάποιος με την κατανάλωση της τροφής,αλλά και στην αναζήτηση της ηδονής της κατανάλωσης περισσότερης από το αναγκαίο. Έτσι οάνθρωπος, αναζητώντας την απόλαυση στην τροφή, μετακινεί και τοποθετεί την επιθυμία τής τροφής και της ηδονής, που ακολουθεί την κατανάλωσή της, πριν από την επιθυμία του Θεού, αποστρεφόμενος και στερούμενος της ηδονής των πνευματικών αγαθών, που είναι ανώτερα. Η γαστριμαργική διάθεση είναι ειδωλολατρική, διότι οι άνθρωποι που παραδίνονται σ' αυτή έχουν «θεόν την κοιλίαν» (Φιλιπ. γ΄ 19). «Θεός μεν γαρ αισθητός η κοιλία τοις γαστροίς ούσι δούλοις», σημειώνει ο Γρηγόριος Παλαμάς. Πράγματι, μέσω αυτής της διάθεσης, ο άνθρωπος καθιστά κέντρο τής ύπαρξής του υποδουλώνοντας το πνεύμα του στην αίσθηση της γεύσης. Ανάγει την τροφή σε αντικείμενο σημαντικής μέριμνας και μάλιστα, πιο ακραία, σχεδόν αποκλειστικά, και συνεπώς αμελεί αυτό που έπερεπε να τοναπασχολεί πρωταρχικά. Ο ίδιος ο Χριστός μας δίνει το παράδειγμα της φυσιολογικήςδιάθεσης και στάσης, όταν ευχαριστεί τον Πατέρα πριν μοιράσει την τροφή στα πλήθη που Τον περιβάλλουν (σχετ. Ματθ. ιε΄36, Μάρκ. η΄ 6, Ιωάν. στ΄ 11.23). Ο Απόστολος Παύλος επιβεβαιώνει ότι ο Θεός δημιούργησε τις τροφές για να λαμβάνονται «μετά ευχαριστίας» (Α' Τιμ. δ΄ 3), συμβουλεύοντας: «Είτε ουν εσθίετε είτε πίνετε είτε τι ποιείτε, πάντα εις δόξαν Θεού ποιείτε» (Α' Κορ. ι΄ 31).Έτσι για τον γαστρίμαργο οι τροφές αποβαίνουν γι' αυτόν “αρχή θανάτου” (Ισαάκ Σύρος), έστω κι αν πιστεύει ότι εξασφαλίζει τη ζωή του μ' αυτές. Έτσι το πάθος της γαστριμαργίας - λαιμαργίας εμφανίζεται σοβαρότερο απ' όσο θα μπορούσε να φαίνεται με μια πρώτη ματιά. Ορισμένοι Πατέρες, μάλιστα, βλέπουν σ' αυτό την πηγή του προπατορικού αμαρτήματος (Ιωάννης Σιναϊτης, Ιωάννης Κασσιανός, Ισαάκ Σύρος). Πραγματικά, τρώγοντας από τον καρπό του απαγορευμένου δέντρου, ο Αδάμ θέλησε ν' απολαύσει έξω από το Θεό το βρώμα αυτό, το οποίο “συμβολίζει και αντιπροσωπεύει τον αισθητό κόσμο καθολοκληρία” (Μάξιμος Ομολογητής). Η γαστριμαργία αποκόπτει τον ανθρώπο από την κοινωνία του με το Θεό και σημαίνει την απώλεια της θείας κοινωνίας για τον άνθρωπο. Η βαρύτητα του πάθους αποκαλύπτεται επίσης μέσα από το γεγονός ότι είναι ένας από τους τρεις πειρασμούς που ο Διάβολος υπέβαλε στο Χριστό στην έρημο. Με την αντίστασή του και την απόκρουση του πειρασμού, ο Χριστός, ως ο Νέος Αδάμ, αποκαθιστά την κοινωνία που ο πρώτος Αδάμ είχε διακόψει μεταξύ ανθρώπου και Θεού. Με την αντίθεσή Του στο διάβολο και το λόγο «ουκ επ' άρτω μόνω ζήσεται άνθρωπος, αλλ' επί παντί ρήματι εκπορευομένω δια στόματος Θεού» (Ματθ. δ΄ 4), απελευθερώνει την υποταγμένη από την τυραννία του πάθους ανθρωπότητα. Η γαστριμαργία αξιολογείται από τους Πατέρες ως νόσος (Δωρόθεος Γάζης, Ιωάννης Κασσιανός) και ως μορφή αφροσύνης και μανίας(Θεοδώρητος Κύρου, Μάξιμος Ομολογητής,). Νόσος και μανία όχι μόνο λόγω της διαθέσης που αποκαλύπτει, αλλά και εξαιτίας των πολυάριθμων παθολογικών συνεπειών. Εκτός του ότι η γαστριμαργία τυραννεί τον άνθρωπο, τον αποξενώνει απομακρύνοντάς τον από τον Θεό, ταυτόχρονα θέτει σε κίνδυνο την υγεία του_ σώματος του. Οι άγιοι ασκητές παρατηρούν καταρχήν ότι η ασωτία στις τροφές στερεί το νου από την “ενέργεια και την οξύτητα” (Μ. Βασίλειος), τον βαραίνει, τον βυθίζει σε κατάσταση σκότους” (Ισαάκ Σύρος), χαύνωσης, “αναισθησίας και ύπνου (Ισαάκ Σύρος), συνέπειες που αντανακλώνται στην ψυχή καθολοκληρία. «Υπό πλήθους βρωμάτων βαρούμενον το σώμα δειλόν τινα και δυσκίνητον τον νουν απεργάζεται» (Διάδοχος Φωτικής). Μια τέτοια κατάσταση δυσχεραίνει την πτήση του νου στα πνευματικά, τον “δυσκολεύει την προσευχή” και “γίνεται πρόξενος ακηδίας (Ισαάκ Σύρος). Τα πάθη, κυρίως η γαστριμαργία κατά τον Μάξιμο τον Ομολογητή:«συνδεσμούσι τον νουν τοις υλικοίς πράγμασι και κατέχουσιν αυτόν εις την γην, λίθου δίκην βαρυτάτου αυτώ επικείμενα· φύσει όντα αυτόν πυρός κουφότερον και οξύτερον!». Ο Γρηγόριος Νύσσης γράφει για τον γαστρίμαργο: «μόνη τη γαστρί και τοις μετά γαστέρα ζων, απηλλοτριωμένος δε της ζωής του Θεού». Ο Ιωάννης Σιναϊτης επισημαίνει ότι το πάθος αυτό: “οδηγεί στην ξήρανση των αγίων δακρύων της μετάνοιας”.
ΕΠΙΜΥΘΙΟ: Η γαστριμαργία – λαιμαργία φαίνεται μικρό πάθος, όμως “διά της θυρίδος” που αυτή ανοίγει, εισέρχονται στην πάσχουσα ψυχή πλήθος άλλων παθών. O Aγιος Ιωάννης της Κλίμακος προσωποποεί τη γαστριμαργία που λέει: «Υιός μου πρωτότοκος, πορνείας υπουργός· δεύτερος, σκληρότης καρδίας· o ύπνος τρίτος· θάλασσα λογισμών κύματα μολισμών βυθός αγνώστων και αρρήτων ακαθαρσιών εξ εμού εκπορεύονται. Εμαί θυγατέρες οκνηρία, πολυλογία, ευτραπελία, σκληροτραχηλία, ανυπακοή, αναισθησία, αιχμαλωσία [στα πάθη], μεγαλοψυχία, καύχηση, θρασύτης, φιλοκοσμία, (...) και συμφοραί απροσδόκητοι, αις προσωμίλησεν απελπισία, η πάντων χαλεπωτέρα».
- http://www.pigizois.gr/pneumatikoi_logoi
-Ιωάννη Δαμασκηνός: Λόγος Ψυχοφελής και θαυμάσιος.
-J. C. Larchet: Η θεραπευτική των πνευματικών νοσημάτων, Αποστ. Διακονία, μτφρ.: Χ. Κουλας
-Αββάς Δωροθέος: Η γαστριμαργία και η λαιμαργία.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...